Μάρτυς μου ο Θεός

10 ΜΑΚΗΣ ΤΣΙΤΑΣ πήγαν σε άλλα ατελιέ γραφικών τεχνών αμέσως. Έβλεπα βέβαια ότι βούλιαζε το καράβι, ότι το πράγμα πήγαινε απ’ το κακό στο χειρότερο, ότι δεν υπήρχε πλέον μέλλον αλλά δεν ήθελα να το πιστέψω. Γιατί είχα φάει το παραμύθι του Εξαποδώ: «Και όλοι οι άλλοι να φύγουν, εσύ δεν υπάρχει περίπτωση να μείνεις χωρίς δουλειά». Έτσι την πάτησα. Είδα τον εαυτό μου να παλεύει με τον εαυτό μου στη λάσπη. Έβριζε ο ένας τον άλλο και προσπαθούσε να τον πνίξει. Ταυ- τοχρόνως έψαλλαν με κατάνυξη το τροπάριο τηςΚασσιανής. Ύστερα οι δύο γίνανε ένας άλλος Χρυσοβαλάντης που τον έλεγαν Ψυχοβαλάντη και φώναξε τρις «με πνίγει αυτός ο άνεμος». Από κάπου απροσδιόριστα ακουγόταν μια άρια από την Τόσκα . Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου ζητιάνο ή παιδί των φαναριών. Αλλά ούτε και τους γονείς μου μπορώ να τους φανταστώ να πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από τρίτους και ειδικά από μια μέλλουσα νύφη. Ο πατέρας μου τώρα είναι ογδόντα έξι ετών, απόστρατος αξιωματικός, άνθρωπος της οικογένειας, της μελέτης και της Εκκλησίας. Ήσυχη ζωή. Πάντα με φρόντιζε, μου δάνει- ζε και με εξυπηρετούσε.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=