Μάγκας

Π Η Ν Ε ΛΟ Π Η Δ Ε ΛΤΑ [8] μεγαλύτερος, παχύς, μαλθακός, σάψαλος, πολυλογάς, κυράτσα. Τι μ’ ένοιαζαν όμως εμένα όλα αυτά και τι με πείρα- ζαν; Γιατί μου έκανε τόσο κακό η παρουσία του, που δεν μπορούσα να βγάλω το μάτι μου από πάνω του; Περνούσε η ώρα και ο Λουκάς όλο έγραφε. Στο τέλος βαρέθηκε στα σωστά του ο Βρασίδας, πήγε κοντά του και του είπε με αέρα: — Έλα, ξεμπέρδευε το μάθημά σου και πάμε κάτω στο περιβόλι. — Να πας μονάχος σου, του αποκρίθηκε ο Λουκάς. Εγώ δεν παίζω μαζί σου. — Καλέ τι μου λες, καλέ; έκανε κοροϊδευτικά ο Βρα- σίδας. Ο Λουκάς πετάχθηκε πάνω. «Τώρα θα πέσει ξύλο», είπα μέσα μου, και χάρηκα λιγάκι, γιατί ήξερα πως, αν κι ένα χρόνο μικρότερος, ο Λουκάς θα του τις έβρεχε. Μα βαστάχθηκε και κάθισε πάλι στο τετράδιό του. — Δεν παίζω με ανθρώπους που βρίζουν, είπε. Ο Βρασίδας γέλασε. — Τι σε νοιάζει εσένα τι λέγω εγώ για τον Βασίλη; έκανε. — Τον αγαπώ τον Βασίλη. Και δεν παραδέχομαι να τον λες εσύ ζώο. Με πόνεσαν τα λόγια αυτά του Λουκά, σα να με είχε δείρει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=