Η λεία

16 1 Γ ύρω δεν υπήρχε ίχνος ανθρώπινης παρουσίας. Ένα πάλλευκο, παχύ κι απάτητο στρώμα χιονιού σκέπαζε τα πάντα. Κανένα σημάδι ζωής δεν φαινόταν ολόγυρα, κι όμως αυτό δεν τους ξάφ­ νιαζε. Κάποια αγρίμια ζωντάνευαν πού και πού το έρημο τοπίο, μες στην παγωνιά και τη σκληράδα του χειμώνα. Πετάγονταν εδώ κι εκεί στον δρόμο τους, γυροφέρνοντας κουφάρια προβά­ των. Τα πάντα ήταν κάτασπρα. Όμως ο δυνατός αέρας είχε διώξει το χιόνι από εκείνο το τομάρι που ξεπρόβαλλε. Ήταν τόσο εύκολο για έναν βοσκό να χάσει τα ζωντανά του μέσα σ’ εκείνες τις ερημιές. Το χειμωνιάτικο τοπίο είχε κάτι ζοφερό σ’ αυτά τα μέρη και δεν είχαν σκοπό να μείνουν εκεί για πολύ. Δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να βοηθήσουν ή να σώσουν το δύστυχο ζώο. Μες στην ερημιά ξεπρόβαλε μια ξύλινη καλύβα. Η μπογιά στους εξωτερικούς τοίχους της σίγουρα είχε γνωρίσει και καλύ­ τερες μέρες: το χρώμα της θα ήταν κάποτε ζωηρότερο και πιο γυαλιστερό, ενώ τώρα έμοιαζε παραδομένο στη φθορά και τη θαμπάδα. Παρ’ όλα αυτά, αν και καταδικασμένη στην εγκατά­ λειψη, αυτή η καλύβα δύσκολα μπορούσε να περάσει απαρατή­ ρητη. Οι καταπράσινοι και άλικοι τοίχοι της ξεχώριζαν στο κατά­ λευκο φόντο του χειμωνιάτικου τοπίου. Η Γιοχάνα πλησίασε προσπαθώντας ν’ ακούσει κάποιον ήχο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=