24
A S A L A R S S O N
τώρα που είχε συνηθίσει να είναι το δεξί της χέρι δεν τολμού-
σε να πάρει πρωτοβουλίες. Υπενθύμισε στον εαυτό της ότι,
κάποια στιγμή, θα έπρεπε να τον εμψυχώσει. Τώρα όμως θα
τον άφηνε να τα βγάλει πέρα μόνος του. Όταν ο αναπληρωτής
εισαγγελέας Καρλ φον Ποστ πέρασε σαν σίφουνας την πόρτα
της εκκλησίας, η Άννα-Μαρία έριξε μια ενθαρρυντική ματιά
στον Σβεν-Έρικ.
«Τι στον διάολο είναι αυτό εδώ;» φώναξε ο Φον Ποστ.
Έβγαλε το γούνινο καπέλο του και το χέρι του από συνή-
θεια χάιδεψε τη λιονταρίσια χαίτη του. Χτύπησε δυνατά τα
πόδια του στο πάτωμα για να τα ζεστάνει. Η μικρή διαδρομή
από το πάρκινγκ ήταν αρκετή για να παγώσουν τα πόδια του,
μέσα στα ωραία παπούτσια από του Τσερτς. Πλησίασε την Άν-
να-Μαρία και τον Σβεν-Έρικ, αλλά πισωπάτησε μεμιάς μόλις
αντίκρισε το πτώμα στο πάτωμα.
«Γαμώ τον διάολό μου» ξεφώνισε και κοίταξε ανήσυχος τα
παπούτσια του για να δει μήπως λερώθηκαν.
«Γιατί δεν μου τηλεφώνησε κανείς;» συνέχισε κοιτώντας
τον Σβεν-Έρικ. Αποδώ και πέρα αναλαμβάνω εγώ υπεύθυνος
έρευνας, και να υπολογίζεις σε μια σοβαρή συζήτηση με τον
επιθεωρητή του Εγκληματολογικού επειδή με κράτησες έξω
από την υπόθεση».
«Κανείς δεν σε κράτησε απέξω, δεν ξέραμε τι ακριβώς είχε
συμβεί, για την ακρίβεια ακόμη δεν ξέρουμε τίποτα» έκανε
απολογητικά ο Σβεν-Έρικ
«Βλακείες!» τον έκοψε ο εισαγγελέας. «Κι εσύ τι κάνεις
εδώ;»
Η τελευταία ερώτηση ήταν για την Άννα-Μαρία, η οποία
στεκόταν σιωπηλή και με το βλέμμα καρφωμένο στα ακρωτη-
ριασμένα χέρια του Βίκτορ Στράντγκορντ.
«Εγώ της τηλεφώνησα» διευκρίνισε ο Σβεν-Έρικ.
«Έτσι λοιπόν» μούγκρισε ο Φον Ποστ μέσα από τα δόντια
του. «Τηλεφώνησες σ’ αυτήν και όχι σε μένα, ε;»