Φανή
18 ΕΥΓΕΝΙΑ ΜΠΟΓΙΑΝΟΥ Ο Μέθανος είναι αυτός που ήρθε από τα Μέθανα – και με μια έννοια «έρχεται συνεχώς αποκεί», που θα έλεγε και ο Σινόπουλος. Ένα θλιβερό μέρος κάπου στην Πελοπόννη σο, μ’ ένα ηφαίστειο και κάτι λουτρά. ΟΜιχάλης δεν πολυ μιλάει γι’ αυτά. Ίσως λόγω των γονιών του, που είναι αγροί κοι και δεξιοί. Μια φορά μόνο τους έχω συναντήσει, αλλά ήταν τόσο σάπιοι μαζί μου, που ακόμη θυμάμαι την απέχθεια που μου προκάλεσαν. Τους αντιπάθησα με το καλημέρα. Ο Μιχάλης είχε καταλάβει τη δυσφορία μου και κάπως πήγε να τα μπαλώσει, αλλά στο τέλος έκανε μια απαξιωτική χει ρονομία, κάτι σαν «δεν γαμιέται», και τα παράτησε. Και ήταν το καλύτερο που μπορούσε να κάνει. Η ανάσα του τώρα μυρίζει αλκοόλ και αντισηπτικό. Τα μάτια του είναι κόκκινα σαν κλαμένα ή σαν να μην έχει κοιμηθεί εδώ και καιρό, με έντονους σκούρους κύκλους από κάτω, τα μαλλιά του πρέπει να έχουν μέρες να λου στούν. Με αυτό το γαλαζωπό φως μοιάζει ακόμα πιο μελα χρινός απ’ ό,τι συνήθως. «Πώς είσαι έτσι, ρε;» μου έρχεται να του πω, αλλά δεν λέω τίποτα, περιμένω απ’ αυτόν να μιλήσει. «Είσαι εντάξει;» με ρωτάει. «Ξέρωγω, εντάξει θα είμαι. Τι δουλειά έχω εδώ, μου λες;» «Μετά το ξύλο χθες το βράδυ, σε μαζέψαμε από το πεζο δρόμιο. Μαλάκα, είχαν γυρίσει τα μάτια σου ανάποδα και
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=