Το βαμμένο πέπλο

28 | Γ. ΣΟΜΕΡΣΕΤ ΜΟΜ τσια. Έπειτα έριξε πάνω της ένα κιμονό και πήγε ξυπόλητη μέχρι την τουαλέτα της. Τα μαλλιά της ήταν κομμένα κοντά και με μία χτένα τα συμμάζεψε λίγο πριν εκείνος προλάβει να δέσει τα κορδόνια του δεύτερου παπουτσιού του. Του έδω- σε το πανωφόρι του. «Πώς θα βγω;» «Καλύτερα να περιμένεις λιγάκι. Θα ρίξω μια ματιά να δω αν είναι όλα εντάξει». «Αποκλείεται να είναι ο Γουόλτερ. Δεν φεύγει ποτέ από το εργαστήριο πριν από τις πέντε». «Τότε ποιος είναι;» Τώρα μιλούσαν ψιθυριστά. Εκείνη έτρεμε. Εκείνος σκέ- φτηκε ότι σε περίπτωση κινδύνου θα έχανε την ψυχραιμία της και ξαφνικά εκνευρίστηκε μαζί της. Αν ήταν επικίνδυνο να βρεθούν εδώ, τότε γιατί του είπε το αντίθετο, διάολε; Εκείνη κράτησε την ανάσα της κι ακούμπησε το χέρι της στο μπράτσο του. Κοίταξε προς τα εκεί όπου ήταν στραμμένο το βλέμμα της. Στέκονταν απέναντι από τα παράθυρα που έβλεπαν στη βεράντα. Τα παραθυρόφυλλα ήταν κλειστά και μανταλωμένα. Είδαν το πόμολο από λευκή πορσελάνη να γυρίζει αργά. Δεν είχαν ακούσει καθόλου βήματα. Ήταν φρικιαστικό να βλέπεις αυτήν τη σιωπηλή κίνηση. Πέρασε ένα λεπτό: κανένας ήχος. Μετά, σαν κάτι το υπερφυσικό που σου προκαλεί τρόμο, το λευκό πόμολο από πορσελάνη του άλλου παράθυρου άρχισε να γυρίζει κι αυτό με τον ίδιο κλεφτό, αθόρυβο κι εφιαλτικό τρόπο. Η σκηνή ήταν τόσο φρικιαστική που τα νεύρα της Κίτι έσπασαν κι άνοιξε το στόμα της να φωνάξει· βλέποντας όμως τι πήγαινε να κάνει, εκείνος της το έκλεισε γρήγορα με το χέρι του και η κραυγή της πνίγηκε στα δάχτυλά του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=