Σκοτεινός κήπος

58 T A N A F R E N C H Περίμενε. Είναι… Μια θολή σκοτεινιά με πλησίασε. Ένα απότομο κέντρισμα στα πλευρά μ’ έκανε να κουλουριαστώ βήχοντας, προσπαθώ­ ντας αδύναμα ν’ αποδιώξω το επόμενο χτύπημα, το οποίο όμως δεν ήρθε. Ένα γαντοφορεμένο χέρι έκανε την εμφάνισή του τυλιγμένο γύρω από το κηροπήγιο, και μόλις που πρόλαβα ν’ αναρωτηθώ μέσα στην παραζάλη μου γιατί να θέλουν να πά­ ρουν κάτι τέτοιο, προτού μια άηχη έκρηξη ρουφήξει όλο τον αέρα και τα πάντα γύρω μου χαθούν, τα πάντα. Δεν ξέρω πόση ώρα ήμουν λιπόθυμος. Τίποτε απ’ όσα ακολού­ θησαν δεν είχε συνοχή, στο μυαλό μου υπάρχουν μόνο μεμο­ νωμένα στιγμιότυπα, κάδρα παγωμένα σαν σλάιντ, με την ίδια διαυγή, ασύνδετη ποιότητα, χωρίς τίποτε ανάμεσά τους παρά ένα κατάμαυρο κενό κι ένα κοφτό κλικ κάθε φορά που απο­ μακρυνόταν το ένα για να πέσει το επόμενο. Τραχιά μοκέτα στο πρόσωπό μου και πόνος παντού, ένας πόνος φοβερός, που κόβει την ανάσα, ωστόσο, για κάποιον λόγο, φαντάζει ασήμαντος, άσχετος μ’ εμένα, αυτό που έχει σημασία, το απόλυτα τρομακτικό κομμάτι, είναι πως είμαι τυφλός, απόλυτα, δεν μπορώ… κλικ προσπαθώ να ανασηκωθώ από το πάτωμα, όμως τα χέρια μου τρέμουν σαν να έχω σπασμούς, μέχρι που υποχωρούν από κάτω μου και σκάω με το πρόσωπο στη μοκέτα κλικ σπασμωδικές κινήσεις και κόκκινες κηλίδες σε λευκό ύφα­ σμα, πλούσια μεταλλική αποφορά αίματος κλικ στα τέσσερα, ξερνάω, ζεστό υγρό κυλάει στα δάχτυλά μου κλικ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=