Ο λυτρωτής

J O N E S B O 22 Σαββατοκύριακα. Κατέβαζαν τον διακόπτη, έκλειναν τα μάτια και η καθημερινή τους διαδρομή γινόταν μια απόσταση στο που­ θενά, δίχως όνειρα, μια αθόρυβη, συνδετική γραμμή χαραγμένη κάπου ανάμεσα στην κόκκινη ή στην μπλε γραμμή του χάρτη του μετρό, μεταξύ δουλειάς και ελευθερίας. Είχε διαβάσει μια φορά για κάποιον που έμεινε έτσι μια ολόκληρη μέρα, με τα μάτια κλειστά, ταξιδεύοντας από την αφετηρία ως το τέρμα και ξανά πίσω, και μόνο όταν μπήκαν να καθαρίσουν το βαγόνι στο κλείσιμο, ανακάλυψαν ότι ο άνθρωπος ήταν νεκρός. Ίσως είχε κατέβει στις κατακόμβες μ’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, για να χαράξει μια μπλε γραμμή που θα συνέδεε τη ζωή με το μετέπει­ τα, καθισμένος με τα μάτια κλειστά μέσα σ’ αυτό το κίτρινο, μεταλλικό φέρετρο, όπου ήξερε ότι δεν θα τον ενοχλούσε κανείς. Έτσι κι αυτός χάραζε τη δική του συνδετική γραμμή, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Πίσω στη ζωή. Απέμεναν μόνο η αποψινή δουλειά και η άλλη στο Όσλο. Η τελευταία. Μετά θα έβγαινε οριστικά από τις κατακόμβες. Ένα κακόφωνο, συριστικό σινιάλο ήχησε δυνατά πριν κλεί­ σουν οι πόρτες των βαγονιών του συρμού στον σταθμό του Τερ­ νέ. Το τρένο άνοιξε πάλι ταχύτητα. Έκλεισε τα μάτια του και προσπάθησε να θυμηθεί εκείνη την άλλη μυρωδιά. Τη μυρωδιά από αποσμητικό λεκάνης και φρέ­ σκα, ζεστά ούρα. Τη μυρωδιά της ελευθερίας. Όμως ίσως είχε δίκιο η μητέρα του, η δασκάλα, που έλεγε ότι ο εγκέφαλος ανα­ πλάθει με λεπτομέρειες οτιδήποτε έχει δει ή ακούσει ο άνθρω­ πος, αλλά δεν μπορεί να αναπλάσει ούτε την πιο απλή μυρωδιά. Μυρωδιά. Εικόνες άρχισαν να προβάλλονται αστραπιαία πί­ σω από τα βλέφαρά του. Ήταν δεκαπέντε χρόνων, καθόταν σε μια καρέκλα στον διάδρομο του νοσοκομείου στο Βούκοβαρ και άκουγε τη μητέρα του να προσεύχεται ψιθυριστά στον απόστο­ λο Θωμά, τον προστάτη άγιο των οικοδόμων, να σώσει ο Θεός τον άντρα της. Είχε ακούσει την ομοβροντία του σερβικού πυρο­ βολικού από το ποτάμι και τα ουρλιαχτά αυτών που εγχειρίζο­ νταν στην παιδιατρική πτέρυγα, όπου δεν υπήρχαν πια καθόλου

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=