Ομήρου Ιλιάδα του Μιχάλη Γκανά

27 που την ευχή του εισάκουσε αμέσως, και εμπράκτως τιμώρησε τους Δαναούς με τ’ αργυρά του βέλη. ΧΡΥΣΗΣ: Τιμή μεγάλη μου ’κανες μα τώρα σου ζητάω να σταματήσεις το κακό και τον αφανισμό τους αφού κρατώ στην αγκαλιά σφιχτά τη Χρυσηίδα. Ο Απόλλωνας συμφώνησε, κι έστησαν ένα γλέντι, μία γιορτή τρικούβερτη και μέγα πανηγύρι, που οι Θεοί αγάλλονται και οι θνητοί γλεντάνε τρώγοντας και χορεύοντας και πίνοντας κρασάκι και γίνονται μικροί Θεοί που Χάρο δεν φοβούνται. Την άλλη μέρα το πρωί ανέλαβε ο Φοίβος με πρίμο αέρα στα πανιά, στην Τροία να τους πάει. Το μελανό καράβι τους γλιστρούσε σαν δελφίνι και φτάσανε στον ναύσταθμο χωρίς να καταλάβουν. Άλλοι σκορπίσαν στις σκηνές και άλλοι στα καράβια μα κείνος ολομόναχος, ο θείος Αχιλλέας, ούτε στη σύνοδο παρών ούτε στη μάχη πρώτος, να βγάλει άγρια κραυγή από τα σωθικά του σ’ όλο τον κόσμο ν’ ακουστεί, την Τροία να γκρεμίσει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=