Καμένη

[ 7 ] ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Καλόνα Ο Καλόνα ύψωσε τα χέρια. Δε δίστασε καθόλου. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει, δεν είχε καμία αμφιβολία στο μυαλό του. Δε θα άφηνε κανέναν και τίποτα να μπει εμπόδιο στον δρόμο του, κι ετούτο εδώ το αγόρι, αυτός ο άνθρωπος, έστεκε ανάμεσα σ’ αυτόν και στο αντικείμενο του πόθου του. Δεν είχε καμία πρεμούρα να σκοτώσει το αγόρι · ούτε είχε καμία πρεμούρα να το αφήσει να ζήσει. Ήταν απλά ζήτημα ανά- γκης. Δεν αισθάνθηκε τύψεις ή ενοχές. Όπως γινόταν όλους αυτούς τους αιώνες μετά την πτώση του, ελάχιστα πράγματα ένιωθε ο Καλόνα. Έτσι, αδιάφορα, ο φτερωτός αθάνατος έστρι- ψε τον λαιμό του αγοριού και έδωσε τέλος στη ζωή του. «Όχι!» Η αγωνία αυτής της μίας και μοναδικής λέξης πάγωσε την καρδιά του. Άφησε το άψυχο σώμα του παιδιού να πέσει και γύρισε την ώρα που η Ζόι έτρεχε προς το μέρος του. Τα βλέμ- ματά τους συναντήθηκαν. Η ματιά της ήταν γεμάτη απελπισία και μίσος. Η δικιά του με αδιανόητη άρνηση. Προσπάθησε να σχηματίσει τα λόγια που ίσως να την έκαναν να καταλάβει –

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=