Η ξηρασία (pocket)

[ 12 ] φορούσε για την κηδεία. Επειδή όμως η επιδερμίδα του είχε τον μισό χρόνο τη γαλαζωπή απόχρωση αποβουτυρωμένου γάλακτος, ενώτον υπόλοιπομισό γέμιζεφακίδες που έμοιαζαν με αρχή κακοή­ θειας, ο Φαλκ ήταν έτοιμος να ρισκάρει το στιλιστικό ατόπημα. Χλωμός εκ γενετής, με κοντοκουρεμένα ανοιχτά ξανθά μαλλιά και βλεφαρίδες που δεν διακρίνονταν, συχνά στη διάρκεια της τρια­ νταεξάχρονης ζωής του είχε νιώσει ότι ο αυστραλέζικος ήλιος προ­ σπαθούσε να του πει κάτι. Ένα μήνυμα που ήταν ευκολότερο να αγνοήσει στις σκιές των ψηλών κτιρίων της Μελβούρνης απ’ ό,τι στην Κιβάρα, όπου η σκιά ήταν φευγαλέα πολυτέλεια. Ο Φαλκ έριξε μια ματιά στον δρόμο που έβγαζε από την πόλη, μετά στο ρολόι του. Η νεκρώσιμη ακολουθία, ο καφές μετά την κηδεία, μια διανυκτέρευση και είχε φύγει. Δεκαοκτώώρες , υπολόγι­ σε. Ούτε λεπτό παραπάνω. Με αυτή τη σκέψη στο μυαλό, δρασκέ­ λισε την απόσταση ως το πλήθος, κρατώντας με το ένα χέρι το κα­ πέλο του, όταν μια αιφνίδια ριπή καυτού αέρα ανέμισε τους ποδό­ γυρους. Μόλις βρέθηκε μέσα, η εκκλησία τού φάνηκε ακόμα μικρότερη απ’ όσο τη θυμόταν. Στριμωγμένος ανάμεσα σε αγνώστους, ο Φαλκ αφέθηκε να παρασυρθεί ακόμα πιο βαθιά μέσα στο εκκλησίασμα. Πρόσεξε ένα ελεύθερο σημείο δίπλα στον τοίχο και έσπευσε, διεκδι­ κώντας λίγο χώρο δίπλα σ’ έναν αγρότη με βαμβακερό πουκάμισο πολύ στενό στην κοιλιά. Οάνδρας τον χαιρέτησε τυπικά μ’ένα νεύμα και κοίταξεπάλι ίσιαμπροστάτου.ΟΦαλκδιέκρινε ζάρεςστουςαγκώ­ νες του, εκεί όπου είχε σηκωμένα τα μανίκια μέχρι πριν από λίγο. Ο Φαλκ έβγαλε το καπέλο του και έκανε αέρα διακριτικά. Δεν άντεξε να μη ρίξει μια ματιά τριγύρω. Πρόσωπα που στην αρχή έμοιαζαν άγνωστα, τώρα, ιδωμένα από κοντά, του προκάλεσαν μια

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=