Η ξηρασία (pocket)

[ 11 ] 1 Α κόμα κι εκείνοι που διάβαιναν την πόρτα της εκκλησίας μόνο τη μέρα των Χριστουγέννων καταλάβαιναν ότι τα καθίσματα δεν θα επαρκούσαν για όσους θα παρακολουθούσαν τη νεκρώσιμη ακολουθία. Άνθρωποι ντυμένοι στα μαύρα και τα γκρίζα στριμώ­ χνονταν ήδη στην είσοδο όταν έφτασε ο Άρον Φαλκ με το αυτοκί­ νητό του, αφήνοντας πίσω του ένα σύννεφο από σκόνη και ξερά φύλλα. Γείτονες, αποφασισμένοι να μπουν αλλά προσπαθώντας να μην το δείχνουν, σπρώχνονταν ποιος θα περάσει πρώτος, καθώς το πλή­ θος έμπαινε με βήμα σημειωτόν από τη διπλή πόρτα. Στην απέναντι μεριά του δρόμου τριγύριζαν οι άνθρωποι των ΜΜΕ . ΟΦαλκ παρκάρισε το τετράθυρο αμάξι του δίπλα σ’ένα ημιφορ­ τηγό, που είχε γνωρίσει κι αυτό καλύτερες μέρες, και έσβησε τη μηχανή. Ο κλιματισμός έτριξε και βουβάθηκε και το εσωτερικό άρ­ χισε αμέσως να ζεσταίνεται. Επέτρεψε στον εαυτό του να παρατη­ ρήσει προσεκτικά το πλήθος για μια στιγμή, παρότι δεν είχε χρόνο. Οδηγώντας αργά και με το ζόρι όλη την απόστασηαπό τηΜελβούρ­ νη, κατάφερε να ξεχειλώσει την πεντάωρη διαδρομή σε περισσότε­ ρο από έξι ώρες. Ικανοποιημένος που κανείς δεν έμοιαζε γνωστός, βγήκε από το αυτοκίνητο. Η απογευματινή ζέστη τον τύλιξε σαν κουβέρτα. Με μια γρήγο­ ρη κίνηση άνοιξε την πίσω πόρτα για να πάρει το σακάκι του, τσου­ ρουφλίζοντας το χέρι του παρ’ όλα αυτά. Έπειτα από σύντομο δι­ σταγμό, άρπαξε το καπέλο του από το κάθισμα. Ήταν πλατύγυρο από σκληρό καφέ καραβόπανο και δεν ταίριαζε με το κοστούμι που

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=