Φτάνουν οι αδερφοί Χούντ (Κουρσάροι της περιπέτειας)

7 Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο 1 « Τ ο άκουσες αυτό;» Ο Φρανκ σήκωσε το κεφάλι του και στα- μάτησε το άροτρο. Ο ιδρώτας έσταζε στο πρόσωπο και στον λαιμό του. «Τι πράγμα;» ρώτησε σκουπί- ζοντας με το χέρι το μέτωπό του. «Στο δάσος» είπε ο Τζέσε. «Κάτι θόρυβοι». Έμειναν και οι δύο ακίνητοι και αφουγκράστη- καν τον αέρα, που ήταν ζεστός και μύριζε χώμα. «Δεν είναι τίποτα» συμπέρανε ο Φρανκ. «Έλα κι έχουμε δουλειά». «Πού είναι ο θείος Σάμιουελ;» «Κάπου ανάμεσα στα καλαμπόκια». Ο Φρανκ έδειξε ένα αόριστο μέρος πέρα στον κάμπο όπου δούλευαν εκείνος κι ο αδερφός του, σε μια θάλασσα από σειρές καλαμποκιών που λικνί- ζονταν νωθρά κάτω από τον ήλιο. Ύστερα χτύπη-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=