Ένας μυστηριώδης Βίκινγκ (Κουρσάροι της περιπέτειας)

9 λάβει από τη μυρωδιά, τους είχε νιώσει μέσα στον βαθύ του ύπνο. Κρύφτηκε στη χαμηλή βλάστηση και την ίδια στιγμή έφτασε στη μύτη του η αρμύρα της θάλασσας που κουβαλούσε ο άνεμος. Δεν μπο­ ρούσε να κλάψει, να απελπιστεί, όχι ακόμη. «Φύγε γρήγορα!» του είχε φωνάξει ο μπαμπάς του, αλλά ο Ζίρκε ήξερα πολύ καλά ότι η κραυγή αυτή σήμαινε: Πάρε εκδίκηση! Το αγόρι αποκοιμήθηκε κάτω από μια ψευτοφλα­ μουριά, το αγαπημένο δέντρο του Όντιν, του πα­ τέρα των θεών. Και ονειρεύτηκε: αντί για ρίζες, το δέντρο είχε φίδια που απλώνονταν και κουλουριά­ ζονταν μαζί με άλλα φίδια κάτω από τη γη, και από μέσα τους φύτρωναν καινούρια δέντρα, δίχως στα­ ματημό. Ήταν ένας αγωνιώδης εφιάλτης, μα όταν ξύπνησε, κατάλαβε το νόημά του. Η ζωή που είχε ζήσει δεν υπήρχε πια. Αποτελούσε παρελθόν. Να τι του έλεγε το όνειρό του · ότι τώρα έπρεπε να στή­ σει μια καινούρια ζωή, με τη βοήθεια κάποιου που θα ένιωθε όμοιό του. Σέρνοντας τα πόδια του γύρισε πίσω, στα ερεί­ πια του χωριού του που κάπνιζαν ακόμη. Εκείνο το χωριό πλάι στη λίμνη, όπου είχε ζήσει όλη του τη ζωή. Δεν είχε μείνει όρθιο ούτε ένα σπίτι. Η φωτιά

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=