Ένας μυστηριώδης Βίκινγκ (Κουρσάροι της περιπέτειας)

8 χάνονταν μέσα στο αγκομαχητό του, που αντηχού­ σε στα αυτιά του σαν την ανάσα του Φένριρ, του γιγάντιου λύκου που θα έφερνε την πτώση του πα­ λιού κόσμου. «Όλοι στο καράβι, όρτσα τα πανιά, φουρτούνα πια δεν έχει, μόνο άλμπουρα ψηλά! Όλοι στο κα­ ράβι, όρτσα τα πανιά…» Ο Ζίρκε επαναλάμβανε το τραγούδι των ηρώων της θάλασσας, το τραγουδούσε με δυνατή φωνή για να παίρνει κουράγιο, ώσπου επιτέλους έφτασε στην έξοδο και όρμησε έξω στο δάσος, στο φως της αυγής. Το τραγούδι έσβησε στον λαιμό του. Στο δάσος το μόνο που ακουγόταν ήταν η απέραντη σιωπή και το αγκομαχητό του που αντηχούσε μέχρι τη Βαλχάλα. Όμως η σιωπή δεν ήταν ποτέ καλός οιω­ νός, το ήξερε καλά αυτό ο Ζίρκε. Άρχισε να τρέχει με κατεύθυνση το άγνωστο, αφήνοντας πίσω του τη φωτιά που σάρωνε το χαμόγελο της μαμάς του, τη δύναμη του μπαμπά του και τα παιχνίδια των αδερφών του. Πίσω του μακριά ακούγονταν ουρλιαχτά, μόνο που δεν ήταν οι λύκοι που είχαν έρθει να λεηλατή­ σουν το χωριό του. Ήταν οι Άριοι, οι πολεμιστές με τα κεφάλια σκύλου, που ζούσαν για να κάνουν επιδρομές και ανθρώπινες θυσίες. Τους είχε κατα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=