Αντι-θεά (Ο πόλεμος της θεάς 1)

[ 5 ] Φτερά κουκουβάγ ι ας Ε ίχαν αρχίσει να γίνονται ενοχλητικά τα φτερά. Ένα, στο στόμα, γαργαλούσε το πίσω μέρος του λαιμού της. Καθώς περπατούσε το δάγκωσε με τους τραπεζίτες και το τράβηξε. Ζεστό αίμα με γεύση χαλκού κατέκλυσε τη γλώσσα της. Ξεφύ­ τρωναν κι άλλα, σαν αλλόκοτο καρκίνωμα που τρύπωνε ύπουλα στα σωθικά και στους μυς της. Σε λίγο καιρό θα ήταν απλά ένα κοτόπουλο με μορφή κοριτσιού, που θα περιφερόταν ξεπου­ πουλιάζοντας τον εαυτό της. Έφερε διακριτικά το χέρι ανάμεσα στα χείλη για να βγάλει το φτερό και το έστριψε στα δάχτυλά της. Δεν ήταν όμως και τόσο ανεπαίσθητη η κίνησή της · είδε με την άκρη του ματιού το κε­ φάλι του να γέρνει. «Φτερά» είπε απότομα. «Να σταματήσεις να παίζεις με τις κουκουβάγιες σου». «Σκάσε». Κανείς τους δεν ήθελε να μιλήσει για τα φτερά, ούτε για το πώς το σώμα του σε διάφορα σημεία είχε αρχίσει να δείχνει πιο λεπτό, πιο ισχνό. Ήταν ευκολότερο να αγνοούν τις συμφορές παρά να ψάχνουν να βρουν τη σημασία τους. Συνέ­ χισαν λοιπόν να περπατούν προς την ίδια κατεύθυνση που ακο­ λουθούσαν εδώ και τρεις μέρες, κάτω από τον καταραμένο ήλιο, καταμεσής της καταραμένης ερήμου, αναζητώντας την τελευ­ ταία από εκείνες που αποκαλούνταν κάποτε Μητέρες της Γης.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=