Αμνησία

F E D E R I C O A X A T 8 δέχεται την επίπληξη που του αξίζει, αναλογιζόμενος πόσο μακριά είναι οι στιγμές που νόμιζα ότι είχα τη ζωή μου υπό έλεγχο και ότι δεν έχει σημασία πόσες φορές το είχα υποσχεθεί στην πρώην γυναίκα μου ή στην κόρη μου (αν και αυτή δεν το ξέρει) ή ακόμα και στη δικηγόρο μου, πάντα θα ξαναπέφτω σαν ανόητος στην ίδια παγίδα. Είμαι είκοσι εφτά ετών. Ο Ντόναλντ, ο μέντοράς μου στους Ανώνυμους Αλκοολικούς, λέει ότι εγώ το συνειδητοποίησα νωρίς κι ότι εκείνος στην ηλικία μου δεν ήταν παρά ένας ηλίθιος, με μια δεκαετία καταχρήσεων και επιπο- λαιοτήτων πίσω του. Δεν είναι ιδιαίτερα παρηγορητική σκέψη. Μόλις έκανα να σηκωθώ, ένα βέλος με ατσάλινη αιχμή καρ- φώθηκε στο μέτωπό μου. Τα χέρια μου έτρεμαν και ήμουν έτοιμος να ξανασωριαστώ, εντέλει όμως κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου με τα χίλια ζόρια. Έχω μάθει να αγνοώ μια ήπια πρωινή ζάλη, να συμβιώνω ακόμα και με μια μέτρια· τι γίνεται όμως με μία επικών διαστάσεων; Δυσκολευόμουν να ξεχωρίσω ποια απ’ όλες αντιμετώπιζα τούτη τη φορά. Άνοιξα τα μάτια. Το παράθυρο ήταν ένα μαύρο παραλληλόγραμμο · με κάποιον τρόπο είχα τηλεμεταφερθεί στο μέλλον και είχε ήδη νυχτώσει. Μα πώς γινόταν να μη θυμάμαι απολύτως τίποτε από τις τε- λευταίες ώρες; Δεν ήταν η πρώτη φορά, το γεγονός όμως δεν έπαυε ποτέ να με εκπλήσσει. Φυσιολογικά στο σημείο αυτό η φωνούλα έμπαινε στον δεύτερο γύρο του συνηθισμένου της κηρύγματος, βασισμένου πια όχι σε επικρίσεις και διδαχές αλλά στην ενοχή και την παραίτηση. Η ένταση και η οργή εξα- φανίζονταν και έμενε μόνο η θλιβερή αποδοχή μιας χαμένης ευκαιρίας. Αυτή τη φορά όμως δεν υπήρξε περιθώριο για θρή- νους, γιατί, ενώ ήμουν απορροφημένος από το μπουκάλι, μια μεταλλική λάμψη στο πάτωμα τράβηξε την προσοχή μου, κι αυτό που στιγμιαία μου φάνηκε σαν μια ανταύγεια σε σχήμα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=