1794: Οι σκοτεινές μέρες της Στοκχόλμης

1 7 9 4 : Ο Ι Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Ε Σ Μ Ε Ρ Ε Σ Τ Η Σ Σ Τ Ο Κ Χ Ο Λ Μ Η Σ 33 ίσως μπορεί να θεραπευτεί, ότι η ευθύνη για το έγκλημα δεν είναι δική μου αλλά απλώς ένα καπρίτσιο της φύσης. Σχετικά με αυτό τρέφω ελάχιστες ελπίδες. Στο κεφάλι μου μέσα μαίνεται μια θύελλα και το στήθος μου χωράει μόνο ένα κενό. Κρατώ τα χέρια μπροστά μου. Κατακόκ- κινα. Δεν ξεπλένονται με τίποτα. Εργαλεία ενός δολοφόνου. Σε όλη τη ζωή μου στερούμουν τον έρωτα, αλλά δεν θα μπο- ρούσα να φανταστώ ποτέ μου πώς θα ήταν όταν επιτέλους θα ερχόταν: όμορφος αλλά τρομακτικός, ένας πυρετός στο αίμα, ένας δεσπότης μ’ ένδυμα επίσημο που θα με οδηγούσε τόσο μακριά κάτω σ’ εκείνο το σκοτεινό μονοπάτι από το οποίο επι- στροφή δεν έχει. Αν μου δινόταν η δυνατότητα να κάνω μια ευχή, θα ήταν η εξής: να μην είχα ερωτευτεί ποτέ. Διότι, αν δεν υπήρ- χε ο έρωτας, δεν θα τραβούσα τίποτα απ’ αυτά. Εγώ δεν θα ήμουν εδώ, σ’ ετούτη τη σχισμή του βραχότοπου που έχει ξεχάσει ακό- μα κι ο Θεός, κι εκείνη… ω, όχι, όχι άλλο. Αφήνω τώρα την πένα να ξεκουραστεί. Δεν είμαι έτοιμος ακόμη να γράψω για το τέλος και γι’ αρχή αρκούν όσα έγραψα απόψε.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=