Ο γιός

J O N E S B O χουν ορισμένες λεπτομέρειες στον τρόπο που σκοτώθηκε, τις οποίες πρέπει να προσέξεις». «Εντάξει». «Η κορυφή του κεφαλιού της... ήταν κομμένη. Θα πρέπει να χρησιμοποίησες πριόνι, με κατάλαβες;» Τις λέξεις του ακολούθησε μια μακρά σιωπή, την οποία ο Περ Βολάν αναρωτήθηκε αν έπρεπε να γεμίσει με εμετό. Ναι, καλύτερα ο εμετός παρά οι λέξεις που βγήκαν από το στόμα του. Κοίταξε τον νεαρό άνδρα. Τι αποφασίζει πώς θα είναι η ζωή του καθενός; Μια σειρά τυχαίων γεγονότων, των οποίων κύριος δεν είναι κανείς, ή κάποια κοσμική βαρύτητα που, άθε­ λά σου, σε τραβάει προς τα εκεί που πρέπει να πας; Ο Περ Βολάν ξαναπίεσε το καινούργιο, περιέργως άκαμπτο κολάρο του μες στο πουκάμισό του. Έδιωξε την αίσθηση ναυτίας, προ­ ετοιμάστηκε ψυχικά. Σκέφτηκε αυτό που θα ακολουθούσε. Σηκώθηκε όρθιος. «Αν θες να επικοινωνήσεις μαζί μου, μένω πια στην πανσιόν της πλατείας Αλεξάντερ Χίλαν». Συνάντησε το απορημένο βλέμμα του νεαρού. «Προσωρινά μόνο». Γέλασε κοφτά. «Με πέταξε έξω η γυ­ ναίκα μου και ξέρω τα παιδιά στην πανσιόν, οπότε...» Σταμάτησε απότομα. Μόλις είχε συνειδητοποιήσει γιατί τόσο πολλοί από τους κρατουμένους αναζητούσαν τον νεαρό για να του μιλήσουν. Για τη σιωπή του. Αυτό το απορροφητι­ κό κενό των ανθρώπων που μόνο ακούνε, δίχως ν’ αντιδρούν ή να καταδικάζουν. Που, χωρίς να κάνουν τίποτα, σε ωθούν να βγάλεις από μέσα σου λέξεις και μυστικά. Είχε προσπαθήσει να κάνει κι αυτός το ίδιο ως ιερέας, αλλά ήταν λες κι οι κρα­ τούμενοι μπορούσαν να οσμιστούν ότι είχε κάποια κρυφή ατζέντα. Δεν ήξεραν τι ακριβώς, μόνο ότι θα χρησιμοποιούσε τα μυστικά τους για να επιτύχει κάτι. Πρόσβαση στην ψυχή τους ίσως, κι ένα καλό πριμ για τον παράδεισο αργότερα. Ο ιερέας είδε το αγόρι ν’ ανοίγει την Αγία Γραφή. Ήταν τόσο αναμενόμενο, που έμοιαζε σχεδόν αστείο: οι σελίδες εί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=