Ο γιός

J O N E S B O «Πώς πάει, Σόνι; Πώς πήγε η άδεια; Είδες τη θάλασσα;» Καμία απάντηση. Ο Περ Βολάν ξερόβηξε. «Ο αξιωματικός μού είπε ότι είδα­ τε και τη θάλασσα. Μάλλον το διάβασες στις εφημερίδες, ε; Βρήκανε μια γυναίκα, δολοφονημένη, κοντά στο μέρος που πήγατε, την επόμενη μέρα. Τη βρήκαν στο κρεβάτι της, μες στο σπίτι της. Το κεφάλι της ήταν... ναι. Οι πληροφορίες βρί­ σκονται εδώ...» Χτύπησε με τον δείκτη του τη ράχη της Αγίας Γραφής. «Ο αξιωματικός έχει ήδη αναφέρει ότι το έσκασες όταν ήσασταν δίπλα στη θάλασσα και ότι σε βρήκε μια ώρα αργότερα, στον δρόμο. Και ότι δεν ήθελες να του πεις πού είχες πάει. Είναι σημαντικό να μην πεις κάτι που θα διαψεύ­ σει την κατάθεσή του, καταλαβαίνεις; Θα πεις, ως συνήθως, όσα το δυνατόν λιγότερα. Σύμφωνοι, Σόνι;» Ο Περ Βολάν συνάντησε το βλέμμα του αγοριού. Τα μάτια του δεν αποκάλυπταν τι συνέβαινε εντός του, αλλά ο ιερέας ήταν σίγουρος ότι ο Σόνι Λόφτχους θα ακολουθούσε τις οδη­ γίες του. Δεν θα έλεγε τίποτα το περιττό ούτε στους αστυνο­ μικούς επιθεωρητές, ούτε στους εισαγγελείς. Θα έλεγε απλώς ένα απαλό, ελαφρύ ναι, όταν τον ρωτούσαν αν παραδεχόταν την ενοχή του. Γιατί, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, ο Περ παρατηρούσε καμιά φορά έναν σκοπό, μια βούληση, ένα έν­ στικτο επιβίωσης σ’ αυτόν τον τοξικομανή, που τον έκαναν να διαφέρει από τους υπόλοιπους, όλους εκείνους που κυκλοφο­ ρούσαν μονίμως ελεύθεροι, που δεν είχαν ποτέ τους άλλα σχέδια, που μονίμως βρίσκονταν με το ένα πόδι εδώ μέσα. Κι αυτή η βούληση μπορούσε ν’ αναδυθεί στην επιφάνεια μέσα από μια απότομη καθαρότητα στο βλέμμα του, μια ερώτηση που έδειχνε ότι ήταν τελικά παρών όλη την ώρα, ότι είχε ακούσει και είχε αντιληφθεί τα πάντα. Ή ακόμα και από τον τρόπο με τον οποίο μπορούσε άξαφνα να σηκωθεί, με έναν συντονισμό, μια ισορροπία και μια ευκινησία που δεν συνα­ ντούσες σε άλλους χρήστες. Ενώ άλλες φορές, όπως τώρα,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=