Η λεοπάρδαλη
J O N E S B O Η Λ Ε Ο Π Α Ρ Δ Α Λ Η 18 19 επίμονα τα γκριζογάλαζα σύννεφα με την ελπίδα ότι σύντομα θα πατούσαν σε στέρεο έδαφος. «Αχά!» απάντησε πάλι ο Κινέζος από το Χονγκ Κονγκ. «Εί στε πολύ όμορφη, δεσποινίς. Μην πιστεύετε αυτά που λένε για τους Κινέζους, ότι παντρεύονται δηλαδή μόνο Κινέζες». Η Κάγια χαμογέλασε κουρασμένα. «Οι Κινέζοι από το Χονγκ Κονγκ, εννοείτε;» «Ειδικά οι Κινέζοι από το Χονγκ Κονγκ» έγνεψε εκείνος με ενθουσιασμό, σηκώνοντας ψηλά το χέρι του και δείχνοντας πως δεν φορούσε βέρα. «Κάνω εμπόριο μικροτσίπ. Η οικογένειά μου έχει εργοστάσια στην Κίνα και στη Νότια Κορέα. Τι έχετε κανο νίσει για απόψε;» «Να κοιμηθώ, ελπίζω» είπε η Κάγια μ’ ένα χασμουρητό. «Κι αύριο το βράδυ;» «Μέχρι αύριο το βράδυ ελπίζω να τον έχω βρει και να επι στρέφω σπίτι». Ο άντρας συνοφρυώθηκε. «Τόσο πολύ βιάζεστε, δεσποινίς;» Η Κάγια αρνήθηκε την προσφορά του άντρα να την πετάξει κά που με το αυτοκίνητό του και πήρε το διώροφο λεωφορείο για το κέντρο. Μία ώρα αργότερα στεκόταν ολομόναχη στον διά δρομο του ξενοδοχείου Εμπάιαρ Καουλούν, παίρνοντας βαθιές ανάσες. Είχε βάλει την ηλεκτρονική κάρτα στην πόρτα του δω ματίου της και το μόνο που της έμενε τώρα ήταν να την ανοίξει. Ανάγκασε το χέρι της να πιέσει το πόμολο προς τα κάτω. Κι ύστερα άνοιξε την πόρτα απότομα και κοίταξε μες στο δωμάτιο. Κανείς. Αναμενόμενο. Μπήκε μέσα, έσυρε τη βαλίτσα της δίπλα στο κρεβάτι, πήγε στο παράθυρο και κοίταξε έξω, πρώτα τα σμήνη των ανθρώπων, δεκαεφτά ορόφους παρακάτω, κι ύστερα τους ουρανοξύστες, που δεν είχαν τη χάρη και, οπωσδήποτε, το μεγαλείο που χαρα κτήριζε τους ουρανοξύστες του Μανχάταν, της Κουάλα Λου συνήθως παρατηρεί κανείς στα καιρικά διαγράμματα μόνο την εποχή των τυφώνων βρίσκονταν τώρα παραταγμένα σε όλη τη θάλασσα της Κίνας. Στο Χονγκ Κονγκ, όπου ο Φεβρουάριος υποτίθεται ότι είναι ένας από τους ξηρότερους μήνες του χρό νου, η βροχή έπεφτε με το τουλούμι κι η κακή ορατότητα σήμαι νε ότι η πτήση της Cathay Pacific αρ. 731 από Λονδίνο έπρεπε να κάνει ακόμα έναν κύκλο πριν καταφέρει να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο Τσεκ Λαπ Κοκ. «Να είστε ευχαριστημένη που δεν χρειάζεται να προσγειω θούμε στο παλιό αεροδρόμιο» είπε ο επιβάτης με τα κινέζικα χαρακτηριστικά που καθόταν δίπλα στην Κάγια Σούλνες. Η κο πέλα έσφιγγε με τέτοια δύναμη τα μπράτσα του καθίσματός της, που οι αρθρώσεις της είχαν ασπρίσει. «Βρισκόταν στο κέντρο της πόλης. Θα είχαμε πέσει πάνω σε κανέναν ουρανοξύστη». Ήταν οι πρώτες λέξεις που ξεστόμιζε ο άντρας από τη στιγμή που απογειώθηκαν, δώδεκα ώρες πρωτύτερα. Η Κάγια άδραξε την ευκαιρία για να στρέψει την προσοχή της μακριά από το γεγονός ότι είχαν πέσει σε αναταράξεις. «Σας ευχαριστώ, αυτό ήταν πολύ καθησυχαστικό. Μήπως είστε Άγγλος;» Ο άντρας τραβήχτηκε ενστικτωδώς προς τα πίσω, λες και κάποιος τον είχε χαστουκίσει. Η Κάγια συνειδητοποίησε ότι, υποθέτοντας πως ανήκε στους πρώην αποικιοκράτες, τον είχε προσβάλει ανεπίτρεπτα. «Ε... Κινέζος μήπως;» Κούνησε το κεφάλι του έντονα: «Κινέζος από το Χονγκ Κονγκ. Κι εσείς, δεσποινίς;». Για μια στιγμή η Κάγια Σούλνες αναρωτήθηκε αν έπρεπε να απαντήσει «Νορβηγίδα από το Χόκσουν», αλλά περιορίστηκε σ’ ένα απλό «Νορβηγίδα», το οποίο ο Κινέζος από το Χονγκ Κονγκ σκέφτηκε λίγο πριν καταλήξει μ’ ένα θριαμβευτικό «Αχά!» να το αλλάξει ταχύτατα σε «Σκανδιναβή» ρωτώντας την κατόπιν με τι σκοπό επισκεπτόταν το Χονγκ Κονγκ. «Ψάχνω να βρω έναν άντρα» απάντησε εκείνη, κοιτώντας
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=