Ζούσαμε πάντα σ' ένα κάστρο
S H I R L E Y J A C K S O N 8 εφήμερα αντικείμενα, τα βιβλία, τα λουλούδια και τα κου τάλια, αλλά από κάτω υπήρχαν τα γερά θεμέλια της ακλό νητης περιουσίας μας. Πάντα βάζαμε τα πράγματα στη θέση τους. Ξεσκονίζαμε και σκουπίζαμε κάτω από τραπέ ζια και καρέκλες, κρεβάτια και πίνακες, χαλιά και λάμπες, αλλά τα βάζαμε όλα πάλι εκεί που ήταν· το σετ καλλωπι σμού από ταρταρούγα πάνω στην τουαλέτα της μητέρας μας βρισκόταν πάντα στην ίδια θέση, ούτε χιλιοστό παρα κεί. Στο σπίτι μας ζούσαν πάντοτε Μπλάκγουντ και είχαν τα πράγματά τους σε τάξη· μόλις ερχόταν στο σπίτι η και νούργια σύζυγος κάποιου Μπλάκγουντ, άνοιγαν χώρο για τα πράγματά της, έτσι το σπίτι μας φτιάχτηκε από τα υπάρ χοντα των Μπλάκγουντ, στρώσεις ολόκληρες, που το κρα τούσαν βαρύ και αταλάντευτο κόντρα στον κόσμο. Ήταν Παρασκευή, τέλη Απριλίου, όταν έφερα στο σπί τι τα βιβλία από τη βιβλιοθήκη. Οι Παρασκευές και οι Τρίτες ήταν φρικτές, μιας κι εκείνες τις μέρες πήγαινα στο χωριό. Κάποιος όμως έπρεπε να πηγαίνει στη βιβλιο θήκη και να κάνει τα ψώνια· η Κόνστανς ποτέ δεν ξεμύ τιζε πέρα από τον κήπο της και ο θείος Τζούλιαν δεν μπορούσε. Έτσι, κατέβαινα εγώ στο χωριό δυο φορές την εβδομάδα, μήτε από εγωισμό μήτε από πείσμα, αλλά από την απλή ανάγκη για βιβλία και φαγητό. Ίσως, όμως, από εγωισμό να σταματούσα στο μαγαζί της Στέλλας για ένα φλιτζάνι καφέ προτού πάρω τον δρόμο της επιστροφής· σκεφτόμουν πως ήταν ζήτημα εγωισμού, γι’ αυτό και δεν απέφευγα να μπω στο μαγαζί της, όσο κι αν ήθελα να γυρίσω σπίτι. Κι επιπλέον ήξερα πως, αν δεν έμπαινα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=