Ζώνη Σιωπής

12 T A N A F R E N C H «Ναι» είπε ο Ρίτσι. «Είσαι τέλειος. Τι–» «Μην πας πουθενά» επανέλαβα κι έφυγα για τον Ο’Κέλι. Η δεύτερη ένδειξη: βρισκόταν όρθιος πίσω απ’ το γραφείο του με τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού του και έγερνε μπρος πίσω πάνω στις φτέρνες του. Η υπόθεση αυτή είχε εκτι­ νάξει την αδρεναλίνη του τόσο ψηλά, που δεν τον χωρούσε η καρέκλα του. «Πήρες τον χρόνο σου». «Με συγχωρείτε, κύριε». Έμεινε στη θέση του πλαταγίζοντας τα χείλη του αποδοκι­ μαστικά και ξαναδιαβάζοντας την αναφορά της κλήσης πάνω στο γραφείο του. «Πώς πάει ο φάκελος του Μάλεν;» Είχα περάσει τις τελευταίες εβδομάδες ετοιμάζοντας προ­ σεκτικά τον φάκελο μιας από εκείνες τις χαοτικές υποθέσεις εμπόρων ναρκωτικών για τον εισαγγελέα, έτσι ώστε να είμαι σίγουρος ότι ο μπάσταρδος δεν θα έβρισκε την παραμικρή χαραμάδα για να ξεγλιστρήσει. Κάποιοι ντετέκτιβ πιστεύουν ότι η δουλειά τους τελειώνει τη στιγμή που θα απαγγελθούν κατηγορίες, εγώ όμως το παίρνω προσωπικά όταν οι άνθρωποι που έχω συλλάβει καταφέρνουν τελικά να τη σκαπουλάρουν – πράγμα που συμβαίνει σπάνια. «Είναι λίγο πολύ έτοιμος για αποστολή». «Θα μπορούσε να τον τελειώσει κάποιος άλλος;» «Δεν υπάρχει πρόβλημα». Έγνεψε καταφατικά και συνέχισε να διαβάζει. Του Ο’Κέλι του αρέσει να τον ρωτάνε, για να δείξει ποιος είναι τ’ αφεντι­ κό, κι εφόσον είναι πράγματι τ’ αφεντικό μου, δεν έχω κανένα πρόβλημα να κάνω τούμπες σαν καλό σκυλάκι, αν αυτό βοη­ θάει τα πράγματα να κυλούν ομαλά. «Έχει παρουσιαστεί κάτι, κύριε;» «Ξέρεις την Μπράιανσταουν;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=