Ζώνη Σιωπής

20 T A N A F R E N C H Με κοίταξε και προς στιγμήν σκέφτηκα ότι θα έλεγε κάτι, όμως συγκρατήθηκε. «Ευχαριστώ» είπε τελικά. Είχαμε περάσει τις αποβάθρες και κατευθυνόμασταν προς τον Μ1. Δυνατές ριπές ανέμου έρχονταν από τη θάλασσα πάνω από τον ποταμό Λίφι, κάνοντας τους πεζούς να βαδίζουν με το κεφάλι σκυμμένο. Όταν πέσαμε σε μποτιλιάρισμα –κάποιος μαλάκας με 4Χ4 που δεν είχε αντιληφθεί, ή δεν έδινε δεκάρα, πως δεν προλάβαινε να περάσει τη διασταύρωση–, έβγαλα το BlackBerry και έστειλα μήνυμα στην αδερφή μου την Τζέραλ­ ντιν: Τζέρι, ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ χάρη. Μπορείς να πας να πάρεις την Ντίνα απ’ τη δουλειά το συντομότερο; Αν γκρινιάζει που θα χάσει το μεροκάματο, πες της ότι θα της πληρώσω εγώ τη διαφορά. Μην ανησυχείς, απ’ όσο ξέρω είναι μια χαρά, όμως θα χρειαστεί να μείνει μαζί σου για μια δυο μέρες. Θα σε πάρω αργότερα. Ευχαριστώ. Ο Μεγάλος είχε δίκιο: Είχα ίσως μια δυο ώρες μέχρι τα κανάλια να κατακλύσουν το Μπρό­ κεν Χάρμπορ, και αντιστρόφως. Η Ντίνα είναι η μικρότερη. Η Τζέρι κι εγώ ακόμη την έχουμε στον νου μας. Όταν θα έφτανε στ’ αυτιά της αυτή η ιστορία, θα έπρεπε να βρίσκεται σε ασφα­ λές μέρος. Ο Ρίτσι αγνόησε το μήνυμα που έγραφα, πράγμα που ήταν καλό, και έστρεψε την προσοχή του στο GPS. «Θα βγούμε απ’ την πόλη, σωστά;» «Πάμε στην Μπράιανσταουν. Την έχεις ακουστά;» Κούνησε το κεφάλι αρνητικά. «Με τέτοιο όνομα, μάλλον θα είναι μια απ’ αυτές τις και­ νούργιες οικιστικές περιοχές». «Ακριβώς. Πιο πάνω στην ακτογραμμή. Κάποτε ήταν ένα χωριό που το έλεγαν Μπρόκεν Χάρμπορ, όμως απ’ ό,τι φαίνε­ ται αναπτύχθηκε από τότε». Ο μαλάκας με το 4Χ4 είχε κατα­ φέρει να φύγει από τη μέση και η κίνηση προχωρούσε πάλι.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=