Χίτλερ

ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΧΙΑ 11 τα για οτιδήποτε. «Ένιωθε την ανάγκη να μιλάει» θυμάται ο Κούμπιτσεκ «και χρειαζόταν κάποιον για να τον ακούει». Από τη μεριά του, ο Γκουστλ, καταγόμενος από οικογένεια τεχνιτών και έχοντας φοιτήσει σε σχολείο κατώτερο από εκείνο του νεαρού Χίτλερ, αισθανόταν και κοινωνικά και μορφωτικά κατώτερος, και ήταν γεμάτος θαυμασμό για τον Αδόλφο και τη δύναμη που είχε να εκφράζεται. Όταν αγόρευε ο Αδόλφος είτε για τις υπάρχουσες ελλείψεις σε κρατικούς υπαλλήλους και δασκάλους είτε για τους τοπικούς φόρους, για τις κοινωνικές φιλανθρωπικές λοταρίες, για τις παραστάσεις όπερας ή για τα δημόσια κτίρια του Λιντς, ο Γκουστλ τον άκουγε συνεπαρμένος όσο ποτέ άλλοτε. Αυτό που έβρισκε γοητευτικό δεν ήταν μόνον αυτό που είχε να πει ο φίλος του, αλλά κι ο τρόπος που το έλεγε. Ο Γκουστλ, που θεωρούσε τον εαυτό του έναν ήσυχο, ονειροπόλο νεαρό είχε βρει την ιδανική αντίθεσή του στον πεισματάρη, γεμάτο αυτοπεποίθηση Χίτλερ «που τα ήξερε όλα». Ήταν ένας τέλειος συνεταιρισμός. Τα απογεύματα έβγαιναν έξω, ντυμένοι με τα καλά τους, για να πάνε στο θέατρο ή στην όπερα. Ο νεαρός Χίτλερ, χλωμός και ξερακιανός, επιδεικνύοντας με καμάρι το ξεκίνημα ενός αραιού μουστακιού, εξαιρετικά κομψευόμενος μέσα στο μαύρο του παλτό και στο σκούρο του καπέλο, ολοκλήρωνε την εικόνα του κρατώντας ένα μαύρο μπαστούνι με λαβή από ελεφαντόδοντο. Μετά την παράσταση ο Αδόλφος, πάντοτε, θα αγόρευε επί μακρόν, είτε παθιασμένα επικριτικός για την παράσταση είτε διαχυτικά εκστασιασμένος. Και παρόλο που ο Κούμπιτσεκ ήταν μουσικά πιο προικισμένος και με περισσότερες γνώσεις από τον Χίτλερ, παρέμενε ένας παθη­ τικός και υποχωρητικός σύντροφος στη διάρκεια αυτών των «συζητήσεων». Το πάθος του Χίτλερ για τον Βάγκνερ δεν είχε όρια. Μια παράσταση μπορούσε να τον συγκινήσει σχεδόν όσο μια θρησκευτική εμπειρία, βυθίζοντάς τον σε βαθιές και μυστικιστικές φαντασιώσεις. Ο Βάγκνερ αποτελούσε γι’ αυτόν την υπέρτατη καλλιτεχνική ιδιοφυΐα, το πρότυπο για μίμηση. Η γεμάτη δύναμη όπερα του Βάγκνερ τον μετέφερε μακριά, ανακαλώντας ένα ηρωικό, μακρινό και ανυπέρβλη­ το μυστικιστικό γερμανικό παρελθόν. Ο Λόενγκριν , το έπος του μυστηριώδη ιππότη του ιερού δισκοπότηρου, επιτομή του τευτονικού ήρωα, που τον έστειλε ο πατέρας του ο Πάρσιφαλ από το κάστρο του Μονσαλβάτ για να σώσει την άδικα καταδικα­ σμένη αγνή παρθένα, την Έλσα, και τελικά να προδοθεί απ’ αυτήν, υπήρξε η πρώτη όπερα του Βάγκνερ που είδε, και παρέμεινε η αγαπημένη του. Περισσότερο και από τη μουσική, το θέμα που τους απασχολούσε όταν βρίσκο­ νταν μαζί ο Αδόλφος και ο Γκουστλ ήταν η υψηλή τέχνη και η αρχιτεκτονική. Για να είμαστε πιο ακριβείς, το θέμα της συζήτησης ήταν ο Αδόλφος ως μελλοντικός ιδιοφυής μεγάλος καλλιτέχνης. Ο νεαρός Χίτλερ, που είχε εξελιχθεί σε δανδή, περιφρονούσε την ιδέα να δουλεύει κανείς για να κερδίζει το καθημερινό του ψωμί. Γοήτευε τον εντυπωσιασμένο Κούμπιτσεκ με τα οράματά του, όπου πρωταγωνι­ στούσε ο ίδιος ως μεγάλος καλλιτέχνης και ο Κούμπιτσεκ ως ένας από τους

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=