Ξένο δέρμα

37 Ξ Ε Ν Ο Δ Ε Ρ Μ Α τομμύρια φορές. Έκανα ένα βήμα εμπρός για να κοιτάξω πιο προσεκτικά, και τότε ο κόσμος σιώπησε, πάγωσε, τυλίχτηκε στο σκοτάδι, αφήνοντας μόνο το πρόσωπο του κοριτσιού να λάμπει στο κέντρο. Ήμουν εγώ. Η κλίση της μύτης, το φαρδύ τόξο των φρυδιών, η παραμικρή γωνία και καμπύλη διαυγής σαν πάγος. Ήμουν εγώ, με μπλάβα χείλη και σκιές σαν σκούρες μελανιές κάτω από τα μάτια, ακίνητη. Δεν ένιωθα τα χέρια μου, τα πόδια μου, δεν ένιωθα τον εαυτό μου να ανασαίνει. Για μια στιγμή νόμισα ότι αιωρούμουν, αποκομμένη από τον εαυτό μου, με τα ρεύματα του ανέμου να με παρασέρνουν μακριά. «Την ξέρεις;» ρώτησε ο Φρανκ από κάπου. «Καμία συγγέ­ νεια;» Ήταν λες και τυφλωνόμουν. Τα μάτια μου δεν μπορούσαν να το συλλάβουν. Ήταν αδιανόητο, μια παραίσθηση γεννημένη από τον πυρετό, μια ηχηρή ρωγμή που διαπερνούσε κάθε φυ­ σικό νόμο. Συνειδητοποίησα ότι στεκόμουν άκαμπτη με το βάρος ριγμένο μπροστά και με το ένα χέρι στα μισά της δια­ δρομής για το όπλο μου, ο κάθε μυς έτοιμος να πολεμήσει το νεκρό αυτό κορίτσι μέχρι θανάτου. «Όχι» είπα. Η φωνή μου ακούστηκε λάθος, σαν να ερχόταν από κάπου έξω από μένα. «Δεν την έχω δει ποτέ μου». «Είσαι υιοθετημένη;» Ο Σαμ έστρεψε απότομα το κεφάλι του κατάπληκτος, όμως η ευθύτητα της ερώτησης μου έκανε καλό, σαν τσιμπιά που σε συνεφέρνει. «Όχι» απάντησα. Για μια απαίσια, συνταρακτική στιγμή έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται. Όμως είχα δει φωτο­ γραφίες, τη μητέρα μου κουρασμένη και χαμογελαστή στο κρεβάτι του μαιευτηρίου μ’ εμένα, ολοκαίνουργια, στην αγκα­ λιά της. Όχι. «Από ποια πλευρά έχεις πάρει;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=