Χάθηκε βελόνι

ΧΑΘΗΚΕ ΒΕΛΟΝΙ 15 πολύ φιλική. Χαμογελούσε συνέχεια. Μας άφησε λεφτά να παραγγείλουμε ό,τι θέλουμε. Φαινόταν πως δεν είχε συνηθίσει να φέρνει ο αδερφός της φίλους στο σπίτι. Ύστερα από λίγη ώρα μου είπε γελώ­ ντας: «Έλα, πες, τι του έχεις κάνει;». Δεν ήξερα τι να απα­ ντήσω, ούτε πώς να αστειευτώ. Αν μπορούσα να αστειευτώ. Έμοιαζαν πολύ, κυρίως στα μάτια και στο μέτωπο. Κυ­ ρίως στα μάτια. Ήταν και των δύο πράσινα και χαμήλωναν στις άκρες. Κάποια στιγμή μας ρώτησε πώς γνωριστήκαμε. Δίστασα, τον κοίταξα λοξά. «Στη βιβλιοθήκη» είπε ψέματα. «Πας να φέρεις λίγη κέτσαπ;» της είπε μετά. Της έκρυβε πράγματα. Φάγαμε όλοι μαζί. Μόλις βάλαμε την ταινία, εκείνη κλείστηκε στο δωμάτιό της. Είδαμε τα Πυροτεχνήματα του Κιτάνο. Στην τελική σκηνή με τον πυροβολισμό στρίψαμε κι οι δύο τα κεφάλια. Στην πραγματικότητα είχαμε γνωριστεί σε ένα σινεμά. Μια επανέκδοση του Ρασομόν . Σε ολόκληρη αίθουσα ήμα­ σταν δύο άτομα. Όταν τέλειωσε, βρεθήκαμε στην έξοδο. «Αριστούργημα, αλλά, με τόση φασαρία από τον κόσμο, με το ζόρι μπορούσες να την παρακολουθήσεις» μου είπε. Γέλασα. Αρχίσαμε αμέσως να αναλύουμε την ταινία. Τη φωτογραφία, το αδύνατο της αλήθειας, το πρόσωπο του Μιφούνε, το πρώτο πλάνο κόντρα στον ήλιο. Ούτε που καταλάβαμε πότε βρεθήκαμε έξω από το Au Revoir στην Πατησίων.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=