Χαμένος

Χ Α Μ Ε Ν Ο Σ 19 Οδηγώντας στο σκοτάδι, ήταν θέμα χρόνου το αυτοκίνητό σου να πέσει πάνω σε βράχο ή σε καμιά αγελάδα ή να ντεραπάρει και να βγει εκτός πορείας. Και τότε ο Νέιθαν θα είχε δύο αδέρ­ φια σκεπασμένα με μουσαμά. «Αλλά είχες αρχίσει ν’ ανησυχείς;» ρώτησε, αν και μπορούσε να μαντέψει την απάντηση. Ο Μπαμπ ανασήκωσε τους ώμους. «Και ναι και όχι. Ξέρεις πώς είναι». «Ναι». Ο Νέιθαν ήξερε. Ζούσαν σ’ έναν τόπο ακραίων συν­ θηκών από πολλές απόψεις. Οι άνθρωποι ήταν είτε εντελώς καλά είτε εντελώς χάλια. Δεν υπήρχαν ενδιάμεσες καταστάσεις. Και ο Καμ δεν ήταν κανένας τουρίστας. Ήξερε πώς να προστα­ τευτεί, και αυτό σήμαινε ότι μπορεί να βρισκόταν μόλις μισή ώρα πιο πέρα, καθηλωμένος εξαιτίας του σκοταδιού και εκτός εμβέλειας, αλλά βολεμένος στον υπνόσακό του με μια κρύα μπίρα από το ψυγείο στο πορτμπαγκάζ του. Ή μπορεί και όχι. «Κανείς δεν απαντούσε στον ασύρματο» έλεγε τώρα ο Μπαμπ. «Κανείς δεν ανεβαίνει εκεί πάνω τέτοια εποχή του χρόνου, γαμώτο, και με τον αναμεταδότη πεσμένο…» Έβγαλε ένα βογκητό απελπισίας. «Και τελικά τι έκανες;» «Ξαναπήρα τον δρόμο το χάραμα, αλλά και πάλι πέρασαν αιώνες μέχρι να μου απαντήσει κάποιος». «Πόση ώρα;» «Δεν ξέρω». Ο Μπαμπ δίστασε. «Έκανα κάνα μισάωρο να βγω στη δημοσιά και πρέπει να πέρασε άλλη μία ώρα μετά. Ακόμα και τότε απάντησαν μόνο δύο από κείνους τους ηλίθιους γελαδάρηδες πέρα στο Άθερτον. Τους πήρε αιώνες, γαμώτο, μέχρι να βρουν το αφεντικό». «Πάντα μαλάκες προσλαμβάνουν στο Άθερτον» σχολίασε ο Νέιθαν, φέρνοντας στο μυαλό του τη γειτονική ιδιοκτησία στα βορειοανατολικά. Απλωνόταν σε μια περιοχή που είχε την έκτα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=