Βαλκανική τριλογία

ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ 859 Γκρέισι δεν θέλει να με δει, θα μου πουν να πάρω το πρώτο πλοίο για Αλεξάνδρεια. Και θα είμαστε υποχρεωμένοι να φύγουμε. Όπως έχουν τα πράγματα, ο Ντιούμπεντατ ίσως κάνει κάτι για μας. Πρέπει να τον εμπιστευτούμε» αποκρίθηκε ο Γκάι, παρόλο που το ύφος του έδειχνε ότι δεν είχε καμία εμπιστοσύνη. Βλέποντάς τον αντιμέτωπο με τη σκληρή πραγματικότητα, ανα­ γκασμένο να παραδεχτεί ότι άλλο είναι να πιστεύει κανείς στην αν­ θρώπινη καλοσύνη και εντελώς άλλο να εξαρτάται απ’ αυτήν, η Χά­ ριετ αισθάνθηκε έντονο οίκτο για εκείνον. Όταν έμεινε πάλι σιωπη­ λός, του είπε: «Μήπως προτιμάς να γυρίσουμε;». Τον είχε φέρει εδώ παρά τη θέλησή του, και όλη της η χαρά για την εξόρμησή τους είχε χαθεί επειδή εκείνος δεν μπορούσε να τη συμμεριστεί. «Όχι» της απάντησε. «Θέλεις να δεις τον Παρθενώνα. Πάμε, να ξεμπερδεύουμε». Ο Γκάι προχώρησε βαριά μέσα στη ζέστη που όσο πήγαινε κι αυ­ ξανόταν. Έκαναν αμίλητοι τον γύρο του λόφου της Ακρόπολης και ανηφόρισαν προς την είσοδο. Όταν πέρασαν τα Προπύλαια και είδαν μπροστά τους τον Παρθενώνα, ο Γκάι κοντοστάθηκε άναυδος και κάτι μουρμούρισε με δέος. Η Χάριετ, με την άψογη όρασή της, είχε διακρίνει καθαρά τον ναό στις βόλτες που έκανε στην Αθήνα. Δεσπό­ ζοντας πάνω στον λόφο του, ο Παρθενώνας πάντα ξάφνιαζε το μάτι, σαν φεγγάρι που έχει μισοανατείλει. Όμως ο Γκάι, μύωπας όπως ήταν, τον έβλεπε τώρα για πρώτη φορά. Κατέβασε τα γυαλιά του σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την όρα­ σή του κοιτάζοντας προσεκτικά μέσα από τους κοίλους φακούς. Ύστε­ ρα άρχισε να προχωράει με επιφύλαξη πάνω στο ανώμαλο έδαφος. Εκείνη έτρεξε μπροστά μαγεμένη σαν να βρισκόταν μπροστά σε μια υπερφυσική εμπειρία. Φανταζόταν πως υπήρχε κάτι μαγικό στον τρό­ πο που ήταν τοποθετημένοι οι κίονες με φόντο τον καταγάλανο ου­ ρανό και πήγαινε από τον έναν στον άλλον πιέζοντας τις παλάμες της στο μάρμαρο, που ήταν ζεστό από τον ήλιο. Από μακριά είχαν μια αστραφτερή λευκότητα, όμως τώρα διαπίστωνε ότι η πλευρά τους που

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=