Βαλκανική τριλογία

OL I V I A MANN I NG 838 το Μεγάλη Βρετανία. Παλιά ο Γιάκι έμενε εκεί πολύ συχνά. Σκοπεύω να ξαναγυρίσω όταν τα οικονομικά μου θα είναι πιο ανθηρά».Στρίβο­ ντας στον κεντρικό δρόμο, τα βήματά του κλονίστηκαν, το ψηλόλιγνο κορμί του καμπούριασε. Είχαν διανύσει καμιά διακοσαριά μέτρα, αλλά, καθώς άνοιγε δρόμο ανάμεσα στον κόσμο, άρχισε να γκρινιάζει: «Πολύ περπάτημα. Δύσκολο για τον Γιάκι σου. Τα πόδια του δεν αντέ­ χουν όπως παλιά. Κουραστικό μέρος: ανηφόρες, κατηφόρες, ζέστη, σκόνη… Χρειάζεται κανείς διαρκώς κάτι να πιει για να αναζωογονη­ θεί». Μπροστά τους είδαν ένα μεγάλο καφέ και ο Γιάκιμοφ έβγαλε έναν στεναγμό ανακούφισης. «Το Ζόναρς. Το καινούργιο καφέ. Εξαι­ ρετικό. Βασικά, το αγαπημένο στέκι του Γιάκι». Τα πάντα σε αυτό το καφέ –μια γωνία με τεράστια παράθυρα, ριγέ τέντες, καρέκλες και τραπέζια έξω– απέπνεαν μια λαμπερή φρεσκάδα. Οι πελάτες ήταν ακόμη ντυμένοι με τα καλοκαιρινά τους: οι γυναίκες με μεταξωτά, οι άντρες με ασημόγκριζα κουστούμια. Οι σερβιτόροι φορούσαν λευκά σακάκια, οι δίσκοι και οι καφετιέρες τους άστραφταν στον ήλιο. Μέσα από τα παράθυρα η Χάριετ έβλεπε πάνω στους πά­ γκους πολυτελή κουτιά με σοκολατάκια και λαχταριστά κέικ. «Φαίνεται ακριβό» παρατήρησε. «Λίγο τσιμπημένο» συμφώνησε ο Γιάκιμοφ «αλλά βολικό. Εξάλλου κάπου πρέπει να συχνάζει κανείς». Διέσχισαν τον πλαϊνό δρόμο της πλατείας και, φτάνοντας στο πεζοδρόμιο του καφέ, ο Γιάκιμοφ κο­ ντοστάθηκε: «Αν είχα λίγα μετρητά, θα σε καλούσα να πιεις κάτι». Ώστε αυτός ήταν ο σκοπός του όταν ξεκίνησαν! Η Χάριετ κατάλαβε τώρα τον λόγο της πρόσκλησής του. Της είχε παραδώσει το μήνυμα και τώρα εκείνη έπρεπε να του το ξεπληρώσει. «Στο ξενοδοχείο άλλαξα μερικά ρουμανικά χαρτονομίσματα, οπό­ τε άσε με να σε κεράσω ένα ποτό». «Βεβαίως, αγαπητό μου κορίτσι. Αν νιώθεις πως χρειάζεσαι κάτι να πιεις, ευχαρίστως να σου κάνω παρέα». Ο Γιάκιμοφ σωριάστηκε στην κοντινότερη ψάθινη πολυθρόνα και ρώτησε με στόμφο: «Τι θα πάρεις;». Η Χάριετ απάντησε ότι θα έπαιρνε ένα τσάι.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=