Uglies

εστίας από τότε που ήταν δώδεκα χρονών, όταν οι τρεις μήνες διαφοράς της ηλικίας τους φάνταζαν χωρίς καμία σημασία. «Καλύτεροι φίλοι για πάντα» μουρμούρισε η Τάλι, ψηλαφί- ζοντας το μικρό σημάδι στη δεξιά παλάμη της. Το νερό γυάλιζε ανάμεσα απ’ τα δέντρα και τ’ απόνερα ενός περαστικού ταχύπλοου έσπασαν στην όχθη. Η Τάλι έσκυ­ ψε και κρύφτηκε στις καλαμιές. Το καλοκαίρι ήταν πάντοτε η καλύτερη εποχή για κατασκοπευτικές εξορμήσεις. Το χορτάρι ήταν ψηλό, δεν έκανε ποτέ κρύο και την άλλη μέρα δεν κου- τούλαγες από τη νύστα στο σχολείο. Τώρα βέβαια ο Πέρις θα μπορούσε να ξυπνά ό,τι ώρα ήθε- λε το πρωί. Άλλο ένα πλεονέκτημα των ωραίων. Ο σιδερένιος σκελετός της παλιάς βαριάς γέφυρας του πο- ταμού ήταν μαύρος σαν τη νύχτα. Αυτή η γέφυρα είχε κατα- σκευαστεί τόσο παλιά, που είχε χτιστά θεμέλια αντί για αιω- ρούμενα υποστηρίγματα. Ένα εκατομμύριο χρόνια από τώρα, όταν η υπόλοιπη πόλη θα είχε γίνει σκόνη, η γέφυρα θα στε- κόταν στη θέση της σαν απολιθωμένο κόκαλο. Αντίθετα με τις υπόλοιπες γέφυρες της Συνοικίας των Και- νούριων Ωραίων, αυτή δεν μπορούσε να μιλήσει – και, το κυ- ριότερο, να καταγγείλει παραβάτες. Παρά τη βουβαμάρα της όμως, φαινόταν πάντα πολύ σοφή στην Τάλι, σαν να διέθετε τη σιωπηλή γνώση ενός αιωνόβιου δέντρου. Τώρα τα μάτια της είχαν προσαρμοστεί απόλυτα στο σκο- τάδι και βρήκε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα την πετονιά που ήταν δεμένη στη γνωστή πέτρα. Την τράβηξε κι άκουσε το πλατς του σχοινιού που έπεσε από την κρυψώνα του ανάμεσα στα υποστηρίγματα της γέφυρας. Η Τάλι συνέχισε να τραβάει μέχρι που η αόρατη πετονιά έδωσε τη θέση της σ’ ένα υγρό [ 9 ]

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=