Τζακ

T Z A K 17 του στην ταφόπλακα. Προσεκτικά, μόνο το μισό είχε καπνί- σει. Και ποιο ήταν το νόημα. Η μυρωδιά του καπνού πρέπει να την είχε κάνει να σταματήσει και να κοιτάξει γύρω της, να σηκώσει το βλέμμα της πάνω του. Περισσότερο θα την τρό- μαζε αν προσπαθούσε να ξαναγλιστρήσει στα σκοτάδια και να χαθεί από τα μάτια της, οπότε δεν έμενε παρά να της μι- λήσει. Η Ντέλα. Ήταν εκεί, στεκόταν στον δρόμο, στην πε- ρίμετρο του φωτεινού κύκλου που σχηματιζόταν κάτω από τον φανοστάτη, και τον κοίταζε. Στην ακινησία της διέβλεψε εκείνον τον δισταγμό που σήμαινε πως την κρατούσε εκεί η αβεβαιότητα: Άραγε πράγματι τον γνώριζε ή απλώς διέκρινε μια κάποια ομοιότητα; Άραγε έπρεπε να απομακρυνθεί με φυσιολογικό βήμα, καταστέλλοντας την παρόρμηση να το βάλει στα πόδια αν αυτός, όποιος κι αν ήταν, ακόμα και ο ίδιος, της φαινόταν απειλητικός ή παράξενος; Λοιπόν, για να λέμε την αλήθεια, ήταν όντως παράξενος έτσι που περι- φερόταν σ’ ένα νεκροταφείο μες στα σκοτάδια – δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά εκείνη μπορεί να είχε κοντοσταθεί εκεί με την ελπίδα πράγματι να τον γνώριζε, έτοιμη για οτιδήποτε θα την καθησύχαζε λιγάκι, οπότε εκείνος ανασήκωσε ελα- φρά το μπορ του καπέλου του και είπε, «Καλησπέρα. Η μις Μάιλς, αν δεν κάνω λάθος». Εκείνη έφερε το χέρι στο πρό- σωπό της, σαν να ήθελε να ανασυγκροτηθεί. «Ναι» είπε. «Καλησπέρα». Υπήρχε κάτι σαν λυγμός στη φωνή της. Οπότε εκείνος είπε, «Τζακ Μπάουτον». Εκείνη γέλασε, με κάτι σαν λυγμό στο γέλιο της. «Ασφαλώς. Θέλω να πω, είχα την εντύπωση ότι σας αναγνώρισα. Είναι τόσο σκοτεινά, που δεν μπορούσα να είμαι σίγουρη. Το να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=