Τσάι στη Σαχάρα
P A U L B O W L E S 16 και ότι είχε πέσει για ύπνο μετά το μεσημεριανό φαγητό. Στο διπλανό δωμάτιο μπορούσε να ακούσει τη γυναίκα του να περπατάει με τα τακούνια της στο λείο πλακοστρωμένο πάτωμα, και ο ήχος αυτός τώρα τον ανακούφιζε, μιας και είχε φτάσει πια σε ένα άλλο επίπεδο συνειδητότητας όπου η απλή βεβαιότητα ότι ήταν ζωντανός δεν ήταν πλέον αρ κετή. Πόσο δύσκολο ήταν όμως να αποδεχθεί το ψηλοτά βανο, στενό δωμάτιο με τις δοκούς στην οροφή, τα τερά στια, απαθή σχέδια που είχαν ζωγραφιστεί με αδιάφορα χρώματα στους γύρω τοίχους, το κλειστό παράθυρο με το κόκκινο και πορτοκαλί γυαλί. Χασμουρήθηκε: Δεν υπήρχε αέρας στο δωμάτιο. Αργότερα θα κατέβαινε απ’ το υπερυ ψωμένο κρεβάτι και θα άνοιγε το παράθυρο, και εκείνη τη στιγμή θα θυμόταν το όνειρό του. Μολονότι δεν μπορούσε να ανακαλέσει καμία λεπτομέρεια, ήξερε ότι είχε ονειρευ τεί. Στην άλλη πλευρά του παραθύρου υπήρχε ο άνεμος, οι στέγες, η πόλη, η θάλασσα. Ο βραδινός αέρας θα του δρόσιζε το πρόσωπο καθώς αγνάντευε, και τότε θα του ερχόταν το όνειρο. Τώρα μπορούσε απλώς να μείνει ξαπλω μένος, ανασαίνοντας αργά, έτοιμος σχεδόν να αποκοιμη θεί και πάλι, παράλυτος στο ασφυκτικό δωμάτιο, δίχως να περιμένει το σούρουπο, αλλά μένοντας ακίνητος μέχρι να έρθει.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=