Τρία στην πέμπτη
Τ Ρ Ι Α Σ Τ Η Ν Π Ε Μ Π Τ Η 13 Ναι, δίζυγο. Όντως. Και η πρώτη στιγμή χωρίς πόνο εδώ και μήνες προέκυψε όταν είδε τη λέξη μπροστά της. Νησίδες . Τα χέρια που την κρατούσαν όρθια την άφησαν την ίδια στιγμή που εκείνη έπιασε τις δύο ράβδους που έμοιαζαν με νησίδες . Έμοιαζαν να εκτείνονται στο άπειρο, στην αιωνιότητα. Ανάμεσα στις νησίδες εμφανίστηκε το πρόσωπο, μόλις κα μιά εικοσαριά πόντους μακριά. Τα χείλη στο πρόσωπο της γυ ναίκας κινούνταν σαν να έβγαζαν κραυγές, όλο ενθουσιασμό. Αλλά η ίδια δεν άκουγε τίποτα, το στόμα ήταν εντελώς μουγγό. Δεν υπήρχε θέση για ήχους στον αισθητηριακό της μηχανισμό. Ο πόνος είχε κάνει κατάληψη παντού. Έκανε όμως το πρώτο βήμα. Το δικό της πρώτο βήμα. Κρε μασμένη από τις νησίδες πάλεψε και προχώρησε λίγο ακόμα. Ο πόνος έγινε πολύ έντονος για το κορμί, έμοιαζε να σταλάζει μέσα από το δέρμα και να την περιβάλλει σαν φωτοστέφανος που την τσουρούφλιζε. Παρ’ όλα αυτά έκανε ένα βήμα ακόμα. Κι άλλο ένα. Κοιτούσε με βλέμμα ανημέρευτο το γυναικείο πρόσωπο που κινούνταν προς τα πίσω ανάμεσα στις νησίδες και ήταν σαν αυτό το επίμονο κι άγριο κοίταγμα ν’ άνοιξε μια τρύπα στον φωτοστέφανο και ν’ άφησε να περάσουν μέσα ήχοι. Άκου σε τον εαυτό της να λέει κάτι βρυχώμενη, κάτι που ανταμώθη κε με τα δάκρυα και πιτσίλισε το γυναικείο πρόσωπο. Η γυναίκα έκανε ένα γρήγορο βήμα, την πλησίασε, την έπιασε από τον κορμό. Απείχε από το δικό της πρόσωπο μόνο μερικά εκατοστά όταν της είπε: «Μην το βάζεις κάτω, Ντεζιρέ, είσαι ήδη στα μισά του δρό μου». Κατά κάποιον περίεργο τρόπο κατάφερε να σπρώξει πέρα το ασπροντυμένο κορμί και είπε με σφυριχτή φωνή:
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=