Το χρυσό βραχιόλι

10 ΣΟΦΙΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ Ακόμη θυμόταν το πώς του είχαν πέσει όλα τα μαλλιά από την πείνα στο χωριό. Ημουσική τον έσωσε από τη μαύ- ρη φτώχεια. Τον γλίτωσε από το χωμάτινο πάτωμα και το καρφί στον τοίχο όπου κρεμούσαν τα ρούχα. Έριξε μαύρη πέτρα και, μόλις έπιασε λεφτά στα χέρια του, τα σκόρπισε με λύσσα. Μέχρι που πέθανε, το 2004, στο χωριό δεν άλλα- ξαν και πολλά. Το χωμάτινο πάτωμα έγινε τσιμεντένιο. Όμως το καρφί είχε μείνει στον τοίχο, στην ίδια θέση που το άφησε. Η μαμά ήταν από προσφυγικό σόι. Περήφανοι ως το κό- καλο, με έναν πόντιο πατέρα πατριάρχη που την έκλεινε για τιμωρία στην αποθήκη, γιατί ήταν κακόφαγη. Στο σπίτι του το φαγητό έπρεπε να το σέβονται και να το τρώνε όλοι. Ο ίδιος άνθρωπος, όταν βρέθηκε στη φυλακή επί Κατοχής, έγραφε γράμματα με μία και μόνη κάθε φορά εντολή: «Θα πεινάτε, νέπουτση, αλλά τα παιδία θα μαθάνε γράμματα. Δε θα τα στείλεις στα χωράφια, άκουσες; Δε θα τα σταματήσεις από το σκολείο». Από τα πέντε παιδιά της οικογένειας σπού- δασαν τα τέσσερα. Ημάνα μου μέτρησε τις δυνάμεις της και διάλεξε τη Σχολή που θα της χάριζε υποτροφία. Δεν χρειά- στηκε να σκεφτεί πολύ. Επέλεξε τηΦιλολογία, ενώη αγάπη της ήταν ηΦυσική. Όμως εκεί οι εξετάσεις περιείχαν θέματα εκτός της διδαχθείσας ύλης, χρειάζονταν λεφτά για φροντι- στήριο. ΣτηΦιλολογίαθαπερνούσε μόνομε το διάβασμά της. Με δύο υποτροφίες που έλαβαν η μαμά και ο μεγαλύτερος αδελφός της, τα χρόνια εκείνα σπούδασαν τέσσερα παιδιά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=