Το χρυσό βραχιόλι

Κ.Π. (γεν. 1942) Έρχεται στη συνάντηση με μπλε ταγέρ, πολύ περιποιη- μένη, με το κραγιονάκι της. Τη συνοδεύει η εγγονή της, που χαμογελά. Είναι περήφανη για τη γιαγιά της. Η κυρία Π. μιλά χωρίς να κομπιάζει, η αφήγηση ρέει. Η παρουσία της αποπνέει γαλήνη. Γελά συχνά και αντηχεί το δωμάτιο. Έρωτας για την άσπρη ποδιά. Οι γονείς μου τελείωσαν το Δημοτικό. Ημαμά μπορούσε να περάσει στο Παρθεναγωγείο, να γίνει δασκάλα, αλλά η γιαγιά μου έκρινε ότι θα έβγαζε πιο γρήγορα λεφτά ως μο- δίστρα. Ήθελε να την κάνει μοδίστρα. Δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να σπουδάσουν. Ο πατέρας μου έλεγε, όταν βλέπω βιβλίο, μου έρχεται να το φάω. Τόσο πολύ τα αγαπούσε τα βιβλία. Η μαμά μου ήθελε να με κάνει δασκάλα. Άντε, έστω καθηγήτρια, έλεγε. Θεωρούσε ότι μόνο οι πλούσιοι είχαν δικαίωμα στην παιδεία και ότι, αν εμείς μεγαλοβλέπαμε, να γίνουμε καθηγήτριες, ξέρω γω… ήμασταν λίγο –πώς να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=