Το χρυσό κλουβί

13 Η Ζιλιέν κοιμόταν επιτέλους. Τα μαλλιά της ήταν απλωμένα στο ροζ προσκεφάλι. Ανάσαινε ήρεμα. Η Φέι τη χάιδεψε στο μάγουλο, προσεκτικά για να μην την ξυπνήσει. Ο Τζακ θα επέστρεφε απόψε από επαγγελματικό ταξίδι στο Λονδίνο. Ή μήπως στο Αμβούργο; Η Φέι δεν θυμόταν. Θα ήταν κουρασμένος κι αγχωμένος όταν θα έφτανε στο σπίτι, αλλά θα φρόντιζε να τον χαλαρώσει με τον καλύτερο τρόπο. Έκλεισε προσεκτικά την πόρτα της κρεβατοκάμαρας για να μην ξυπνήσει τη Ζιλιέν, βγήκε αθόρυβα στο χολ και έλεγξε αν η εξώπορτα ήταν κλειδωμένη. Στην κουζίνα πέρασε το χέρι της πάνω από τον πάγκο. Τρία μέτρα λευκό μάρμαρο με γκριζογά­ λανα νερά. Μάρμαρο Καράρα, φυσικά. Διόλου πρακτικό, δυστυ­ χώς, αφού το πορώδες υλικό απορροφούσε τα πάντα σαν σφουγ­ γάρι και ήδη είχε ένα σωρό απαίσιους λεκέδες. Αλλά ο Τζακ δεν πειθόταν να βρει κάτι πιο βολικό, δεν υπήρχε καν ως σκέψη στο μυαλό του. Η κουζίνα του διαμερίσματος στη Ναρβαβέγκεν είχε κοστίσει κάτι λιγότερο από εκατομμύριο, χωρίς παζάρια και τσιγκουνιές. Η Φέι πήρε ένα μπουκάλι Αμαρόνε και ακούμπησε ένα ποτή­ ρι στον πάγκο. Ποτήρι πάνω στη μαρμάρινη επιφάνεια, κελάρυ­ σμα κρασιού που πέφτει αφρίζοντας... Έτσι ήταν, με λίγα λόγια, τα βράδια της όταν έλειπε ο Τζακ. Σέρβιρε προσεκτικά κρασί στο ποτήρι, δεν ήθελε κι άλλους κόκκινους λεκέδες στη λευκή επιφάνεια του μαρμάρου. Φέρνοντάς το στο στόμα, έκλεισε τα μάτια της. Χαμήλωσε τα φώτα από το ντίμερ και βγήκε στο χολ, εκεί όπου κρέμονταν τα ασπρόμαυρα πορτρέτα της ίδιας, της Ζιλιέν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=