Το χρυσό κλουβί

C A M I L L A L A C K B E R G 22 γιατί εκείνος έστρεψε απότομα το πρόσωπό του προς τη στιλπνή επιφάνεια της πόρτας του φούρνου και είδε την αντανάκλασή της. Ξαφνιασμένος, έκανε στροφή, με το κουτί του χυμού ακόμη στο χέρι, στα μισά της διαδρομής προς το στόμα. Το άφησε στον πάγκο της κουζίνας. «Ξύπνια είσαι;» έκανε κάπως έκπληκτος. Η ρυτίδα είχε επι­ στρέψει ανάμεσα στα καλοσχηματισμένα φρύδια. Η Φέι δεν απάντησε, απλώς σηκώθηκε κι έκανε μερικά βήμα­ τα προς το μέρος του. Το βλέμμα του έκοψε το κορμί της από πάνω μέχρι κάτω. Είχε περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που την είχε κοιτάξει έτσι. «Έλα δω» είπε η Φέι απαλά, με φωνή κάπως ψιλή. Ο Τζακ έκλεισε την πόρτα του ψυγείου και η κουζίνα βυθί­ στηκε πάλι στο σκοτάδι. Ωστόσο η λάμψη από τα φώτα της πόλης έξω ήταν αρκετή ώστε να μπορούν να βλέπουν ο ένας τον άλλον. Εκείνος έκανε τον γύρο του πάγκου, σκούπισε το στόμα του με τη ράχη της παλάμης κι έσκυψε να τη φιλήσει. Η Φέι απέστρεψε το πρόσωπό της και τον έσπρωξε σε μια καρέκλα. Αυτή είχε το πρόσταγμα τώρα. Όταν ο Τζακ άπλωσε το χέρι του στη φούστα της, του το έκανε πέρα μ’ ένα χτύπημα, μόνο για να το πιάσει την επόμενη στιγμή και να το φέρει πίσω από το γό­ νατό της. Ανέβασε τη φούστα της για να μπορέσει αυτός να δει το δαντελωτό της κιλοτάκι, με την ελπίδα ότι θα το αναγνώριζε, ότι θα καταλάβαινε πως ήταν ακριβώς ίδιο. Σαν εκείνης. Της νεαρής κοπέλας. Της παρθένας. Το χέρι του ανηφόρισε και η Φέι δεν μπόρεσε να συγκρατήσει έναν στεναγμό. Αλλά, αντί να παραμερίσει το κιλοτάκι, το άρ­ παξε και το έσκισε. Εκείνη στέναξε ξανά, δυνατότερα. Έγειρε μπροστά στο τραπέζι και λίκνισε προκλητικά τους γλουτούς της. Ο Τζακ ξεκούμπωσε το παντελόνι και το κατέβασε μονομιάς, μαζί με το μποξεράκι. Την άρπαξε από τα μαλλιά και την πίεσε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=