Το ξιδοκόριτσο

T O Ξ Ι Δ Ο Κ Ο Ρ Ι Τ Σ Ο | 1 3 «Βφουάουφβ!» είπε ο άντρας — ή τουλάχιστον κάπως έτσι ακούστηκε. Παρατηρούσε την Κέιτ με θαυμασμό. Οι άντρες έπαιρναν συχνά αυτό το ύφος όταν την πρωτογνώριζαν.Οφειλό­ ταν απλώς σ’ ένα μάτσο νεκρά κύτταρα: τα μαλλιά της,που ήταν κατάμαυρα και φουντωτά κι έπεφταν μέχρι κάτωαπ’ τη μέση της. «Αποδώ ο Πιόντερ Τσερμπακόφ» είπε ο πατέρας της. «Πιοτρ» τον διόρθωσε ο άντρας, χωρίς ν’ αφήσει το παραμι­ κρό κενό ανάμεσα στο αιχμηρό ταυ και το αγριωπό, κελαρυστό ρο. Και «Στσερμπακόφ» πρόσθεσε,φτύνοντας με τρόπο εκρηκτι­ κό ένα σύμφυρμα συμφώνων. «Πιόντερ,αποδώ η Κέιτ». «Γεια» είπε η Κέιτ.Κι έπειτα στον πατέρα της: «Τα λέμε». «Δεν θα κάτσεις λίγο;» «Για ποιον λόγο;» «Βασικά,για να πάρεις πίσω το τάπερ του σάντουιτς — δεν το θες;» «Βασικά, μπορείς να το φέρεις εσύ γυρνώντας — δεν μπο­ ρείς;» Ένα ξαφνικό σφύριγμα τους έκανε να γυρίσουν συγχρόνως προς το μέρος του Πιοτρ. « Ίδια με θηλυκά σε μέρη μου» είπε μ’ ένα πλατύ χαμόγελο. «Αγενέστατη». « Ίδια με τις γυναίκες » τον διόρθωσε με τόνο επίπληξης η Κέιτ. «Α ναι,κι αυτές επίσης.Γιαγιάδες και θειάδες». Η Κέιτ παραιτήθηκε απ’ την όποια προσπάθεια.«Πατέρα» εί­ πε «θα πεις στην Μπάνι να μαζεύει το χάλι που αφήνουν πίσω

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=