Το ξιδοκόριτσο

1 8 | A N N E T Y L E R Πίσω της, άκουσε την πόρτα να ξανανοίγει. Ο πατέρας της φώναξε: «Κέιτ;».Άκουσε τα βήματά του στα σκαλιά,μα συνέχισε να προχωρά φουριόζα προς την εξώπορτα του κτιρίου. Τα βήματά του μαλάκωσαν όταν έφτασε στη μοκέτα του διαδρόμου. «Τουλάχιστον να σε ξεπροβοδίσω» φώναξε στο κα­ τόπι της. Να την ξεπροβοδίσει; Αλλά όταν έφτασε στην εξώπορτα, η Κέιτ κοντοστάθηκε. Γύ­ ρισε και τον είδε να πλησιάζει. «Τα ’κανα θάλασσα» είπε ο πατέρας της και πέρασε την πα­ λάμη του πάνω απ’ τη φαλάκρα του. Η φόρμα που φορούσε ήταν χαχόλικη,φουσκωτή γύρω απ’ τη μέση του,και τον έκανε να μοιάζει με Teletubby. «Δεν ήθελα να σε κάνω να θυμώσεις» είπε. «Δεν είμαι θυμωμένη.Απλώς…» Μα δεν μπορούσε να πει τη λέξη πληγωμένη .Μπορεί να ’φερ­ νε δάκρυα στα μάτια της.«Έχω μπουχτίσει πια» είπε αντ’ αυτού. «Δεν καταλαβαίνω». Και τον πίστευε. Κακά τα ψέματα, ο άνθρωπος δεν ήξερε τι του γινόταν. «Και τι προσπαθούσες να κάνεις εκεί μέσα;» τον ρώτησε, σφίγγοντας τις γροθιές στους γοφούς της. «Γιατί μιλούσες τό­ σο…περίεργα σ’ αυτό τον βοηθό;» «Δεν είναι ένας απλός βοηθός· είναι ο Πιόντερ Τσερμπακόφ κι είναι τύχη μεγάλη που εργάζεται μαζί μου.Για να φανταστείς, ήρθε στη δουλειά κυριακάτικα! Και το κάνει συχνά. Και δου

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=