Το ξέφωτο
1 ΤΟ ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΠΑΙΔΙ Κυριακή, 11 Μαΐου 1875 «Ιφιγένεια... Ιφιγένεια...Μα πού πήγε αυτό το κορίτσι;» ακού- στηκε η φωνή της Ευδοκίας, εκνευρισμένη. Η Ιφιγένεια χώθηκε πιο βαθιά μες στο γιούκο και δεν μίλησε. Ας την έβρισκε αν μπορούσε η αδερφή της, δεν θα της φανερωνόταν από μόνη της. Άλλωστε, σίγουρα για κάτι δυσάρεστο θα την ήθελε. Όπως να της ξεμπλέξει τη μακριά κοτσίδα και να τη χτενίσει. Ή να στηθεί με τις ώρες ακίνητη, χέρια σηκωμένα αντικριστά, το μαλλί περασμένο στους καρ- πούς και η αδερφή της να το τυλίγει αργά σ’ ένα στρωτό χοντρό κουβάρι. Και γιατί να μη βάλει το μαλλί στην ανέμη γι’ αυτή τη δουλειά; Τόσα και τόσα ειδικά σύνεργα είχαν στο δωμάτιο του αργαλειού. Αλλά όχι, η Δούκω έπρεπε να παι- δεύει τη μικρή της αδερφή. Φαίνεται πως αισθανόταν έτσι πιο μεγάλη, πιο σοβαρή. Αναστέναξε η Ιφιγένεια, γιατί δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι,στα δεκατρία της χρόνια,η αδερφή
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=