Το ξέφωτο

42 ΤΑΤΙΑΝΑ ΑΒΕΡΩΦ Εκείνη την ώρα όμως η βοήθεια ήρθε θεόσταλτη από ψηλά. Πάνω στο καμπαναριό, ο Αρίστος τράβαγε τις τελευ- ταίες θριαμβευτικές πινελιές με τα ξύλινα σφυριά στο ξύλι- νο σήμαντρο.Τοκ! Τακ!...Τοκ!...Τοκ!...Αργά,με δύναμη, ένας ένας οι χτύποι. Ξαφνιάστηκε η Ιφιγένεια απ’ την απότομη αλλαγή του ήχου,όπως ακριβώς το είχε προβλέψει ο Αρίστος, όπως ακριβώς το είχαν προβλέψει τόσοι και τόσοι πριν απ’ αυτόν. Γιατί μόλις το αυτί σου αφυπνιζόταν απ’ την ξαφνική επιβράδυνση, το σταμάτημα σχεδόν της τόκας, μόλις το αυ- τί σου άρχιζε να προετοιμάζεται για να υποδεχτεί ξανά την ησυχία, τότε ξεσπούσαν οι καμπάνες όλες μαζί και σε ξεκού- φαιναν,σε ξάφνιαζαν,καλύπτοντας τις συζητήσεις.Και έπαυ- αν οι κουβέντες. Και άρχιζαν οι χριστιανοί να ξαναβρίσκουν τις παρέες τους, τις οικογένειές τους και να κατευθύνονται όλοι μαζί στην εκκλησία, λίγοι λίγοι, με τάξη, βιαστικά. Έτσι και ο άρχοντας μάζεψε γύρω του την αρχοντική του οικογένεια, καθυστερώντας λίγο μόνο στο προαύλιο για ν’ ανταλλάξει χαιρετισμούς με όσους είχαν σημασία και δεν είχε ακόμα καλημερίσει. Άθελά της η Ιφιγένεια αναζήτησε με τα μάτια το περίεργο παιδί πίσω από τη γροθιά στο στο- μάχι του κυρ Στάθη, αλλά ο κυρ Στάθης είχε μετακινηθεί και το περίεργο παιδί ήταν άφαντο. Ύστερα ο άρχοντας έδωσε το σύνθημα και η οικογένεια Αβέρωφ προχώρησε περήφανα στην εκκλησία,όλη μαζί απ’ την κεντρική πύλη,κι ο καθένας στη θέση του χωριστά. Και άρχισε η θεία λειτουργία.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=