Το ξανθό κορίτσι της Σαντορίνης

| 7 Φθινόπωρο 1952 Ο «Γλάρος», το καράβι της άγονης γραμμής, σαλπάρει για τα νησιά των Κυκλάδων από τον Πειραιά κάθε Δευ- τέρα μεσημέρι. Χρόνια τώρα κάνει αυτή τη διαδρομή. Όλοι λένε πως είναι σαπιοκάραβο, αλλά όλοι μ’ αυτό ταξιδεύουν! Κάνουν τον σταυρό τους κι ανεβαίνουν! Μια πινακίδα στην πλώρη του γράφει με κεφαλαία γράμμα- τα πού θα πιάσει λιμάνι: «ΣΥΡΟ – ΠΑΡΟ – ΝΑΞΟ – ΙΟ – ΟΙΑ – ΘΗΡΑ – ΑΝΑΦΗ». Μόλις που προλάβαμε κι ανεβήκαμε στο κατάστρωμα του πλοίου, η αδερφή μου η Ειρήνη, ο κυρ Φώτης, ο ταχυδρόμος του χωριού μας, κι εγώ. Ο κυρ Φώτης είχε αναλάβει από τη μάνα μας να μας παραδώσει στην οι- κογένεια του αδερφού της, του θείου μας του Μανώλη, στο χωριό μας, στη Μέσα Γωνιά Σαντορίνης. Από την πρώτη στιγμή που συναντήσαμε τον κυρ Φώτη, παρατηρήσαμε ότι τα μάτια του ήταν ιδιαίτερα λαμπερά κι ότι όλο και κάτι σιγοτραγουδούσε ευχαρι- στημένος. «Πάλι τα ’χεις πιει, κυρ Φώτη;» τον ρώτησε ένας ναυτικός που κουβαλούσε ένα μεγάλο πακέτο στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=