Το χαμένο κορίτσι

15 Δε μου άρεσε ο Άαρον Ντούλι. Στην πραγματικότητα, τον μισούσα. Αυτό όμως δεν τον εμπόδιζε να με κυνηγάει. Του είχα πει ένα σωρό φορές πως το κορίτσι αυτό δεν ενδιαφερόταν. Είναι όμως τόσο ψωροπερήφανος και ξιπασμένος, που νόμιζε πως απλώς το έπαιζα δύσκολη. Ήμασταν στην ίδια τάξη σε πολλά μαθήματα στο Λύκειο Σέιντισαϊντ. Και με κοιτούσε συνέχεια από την άλλη άκρη της τάξης κι έστελνε φιλιά και μου χαμογελούσε με τα λεπτά του χείλη, με τρόπο που υποθέτω ότι έπρεπε να κάνει την καρδιά μου να λιώσει. Το μόνο που κατάφερνε όμως ήταν να κάνει το στομάχι μου να ανακατεύεται. Προσπάθησα να ελευθερωθώ, τα γαντοφορεμένα χέρια του όμως είχαν τρυπώσει μέσα από το ανοιχτό μου παλτό και τα έσφιξε γύρω από τη μέση μου. «Άαρον, παράτα με» είπα απότομα. «Πάρε από πάνω μου τα βρομόχερά σου. Βιάζομαι». Τα γαλάζια σαν τον πάγο μάτια του άστραψαν από έξαψη. Έσφιξε ακόμα πιο πολύ τη λαβή του και με τράβηξε στο πλάι της πολυκατοικίας. «Βαρέθηκα να παίζω μαζί σου» είπε. Πάντα ακούγεται σαν βραχνό γρύλισμα η φωνή του. Νομί­ ζω ότι προσπαθεί να μοιάσει του Τζον Γουέιν στις ταινίες. «Δεν είναι παιχνίδι, Άαρον» είπα. «Σ’ το είπα. Θέλω να με αφήσεις ήσυχη». Προσπάθησα ξανά, μα δεν μπορούσα να ελευθερωθώ. «Έλα τώρα. Στ’ αλήθεια βιάζομαι». Με τράβηξε μπροστά και κόλλησε το παγωμένο μάγου­ λό του στο δικό μου. «Πρέπει να μου δώσεις μια ευκαιρία, Μπεθ».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=