Το χαμένο κορίτσι

10 Ήταν τόσο χαρούμενη μέρα η σημερινή για την οικογέ­ νεια Παλμιέρι. Θυμάμαι να σκέφτομαι τους παππούδες μου, τη Μέρι και τον Μάριο, ένα ζευγάρι τόσο τέλειο, που ακόμα και τα ονόματά τους ταίριαζαν, θαρρείς. Είχαν έρθει στις Ηνω­ μένες Πολιτείες από την Ιταλία όταν ήταν γύρω στα είκοσι, και δούλεψαν σκληρά για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή και να αναθρέψουν εδώ την οικογένειά τους. Τι κρίμα που δεν είχαν ζήσει για να δουν τη μέρα αυτή, την πιο περήφανη στιγμή του πατέρα μου, του Άντζελο Παλμιέρι, που ήταν ο μεγαλύτερος γιος τους. Ο σταβλίτης που έγινε ιδιοκτήτης δικού του στάβλου με άλογα ιππασίας. Ήμασταν όλοι τόσο περήφανοι. Οι γονείςμουήτανβδομάδες τώρατρισευτυχισμένοι. Τους τσάκωνα να χαζογελούν και να νεύουν ο ένας στον άλλο, με πλατιά χαμόγελα στα συνήθως σοβαρά πρόσωπά τους. «Γιατί χαζογελάτε εσείς οι δυο;» ρωτούσα. «Είμαστε απλώς χαρούμενοι, Μπεθ» έλεγε ο μπαμπάς. «Κοντεύει η μέρα των εγκαινίων του στάβλου. Γιατί να μην είμαστε χαρούμενοι;» Δεν μπορώ να εκφράσω πόσο όμορφα ένιωθα βλέποντάς τους τόσο κεφάτους και γελαστούς. Δεν ήταν εύκολη η ζωή μας. Ποτέ δεν ήταν γενναιόδωρη η οικογένεια Ντούλι με τον πατέρα μου. Ήταν ιδιοκτήτες του ράντσου Ντούλι Μπράδερς, του μεγάλου στάβλου ιππασίας στο Νορθ Χιλς. Όταν ήταν έφηβος, ο πατέρας μου δούλευε εκεί ως σταβλίτης. Γύρισε στον στάβλο ύστερα από δύο χρόνια σπουδών στο κοινοτικό κολέγιο. Σιγά σιγά κατάφερε να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=