Το βασίλειο

J O N E S B O 22 στρογγυλές τρύπες έξω στον καμπινέ– και το μοναδικό δείγ­ μα τέλειας ξυλουργικής στο κτήμα. Ανοιγόκλεισα τον διακόπτη για να της δείξω ότι, αν μη τι άλλο, είχαμε ρεύμα. «Καφέ;» ρώτησα και άνοιξα τη βρύση. «Ευχαριστώ, ίσως αργότερα». Τουλάχιστον είχε μάθει τις ευγένειες στα νορβηγικά. «Ο Καρλ θέλει» είπα και άνοιξα το ντουλάπι του πάγκου. Έφαγα τον τόπο να βρω τη μεταλλική καφετιέρα. Βλέπεις, είχα αγοράσει κανονικό καφέ για πρώτη φορά εδώ και… πολύ καιρό. Για μεγάλο διάστημα την έβγαζα με στιγμιαίο. Και με το που έβαλα το κανατάκι κάτω απ’ τη βρύση άνοιξα από συνήθεια το ζεστό νερό. Ένιωσα να ζεσταίνονται και τ’ αυτιά μου. Όμως ποιος είπε ότι είναι κακό να φτιάχνεις στιγμιαίο καφέ με ζεστό νερό από τη βρύση; Ο καφές είναι καφές και το νερό νερό. Έβαλα το κανατάκι στο μάτι, άναψα τη στόφα και έκανα δυο βήματα ως την πόρτα του ενός από τα δύο διπλανά δω­ μάτια της κουζίνας. Το δυτικό ήταν η τραπεζαρία, που την κλείναμε τον χειμώνα, γιατί έκοβε τον αέρα απ’ τα δυτικά, και τρώγαμε πάντα στην κουζίνα. Το ανατολικό ήταν το καθιστικό με τη βιβλιοθήκη, την τηλεόραση και δική του ξυ­ λόσομπα. Στη νότια πλευρά ο μπαμπάς είχε επιτρέψει το μοναδικό εξτραβαγκάντ σημείο του σπιτιού: μια εσωτερική τζαμωτή βεράντα που εκείνος την αποκαλούσε «porch» και η μαμά «χειμερινό κήπο», παρόλο που τον χειμώνα ήταν φυσικά κλειστή και καλά φραγμένη με αμπάρες. Αλλά το καλοκαίρι ο μπαμπάς καθόταν εκεί και ρουφούσε τον τα­ μπάκο του τον Berry και έπινε μια δυο Budweiser – και αυτές ήταν εξτραβαγκάντ. Την ξανθιά αμερικάνικη μπίρα έπρεπε να πάει στο χωριό για να την ψωνίσει, ενώ τα αση

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=