Το βασίλειο

Τ Ο Β Α Σ Ι Λ Ε Ι Ο 19 Ο Καρλ με άφησε απ’ την αγκαλιά του και, αφού περά­ σαμε από το μεγαλοπρεπές μπροστινό μέρος του αμαξιού, με πήγε σ’ εκείνη που στεκόταν γυρισμένη προς την κοιλάδα. «Είναι όντως όμορφα εδώ» είπε εκείνη. Ήταν κοντή και λεπτοκαμωμένη, αλλά με βαθιά φωνή. Η ξένη προφορά της ήταν φανερή και είχε κάνει λάθος στον τόνο, τουλάχιστον όμως μιλούσε νορβηγικά. Αναρωτιόμουν αν καθ’ οδόν είχε κάνει εξάσκηση σ’ αυτή τη φράση, κάτι που είχε αποφασίσει να πει, είτε το εννοούσε είτε όχι. Κάτι που να με έκανε να τη συμπαθήσω, με ή χωρίς τη θέλησή μου. Μετά στράφηκε προς το μέρος μου και χαμογέλασε. Το πρώτο πράγμα που είδα ήταν το λευκό της πρόσωπο. Όχι χλωμό αλλά λευκό σαν χιό­ νι, που αντανακλούσε το φως, έτσι ώστε ήταν σχεδόν αδύνα­ το να διακρίνεις το περίγραμμα. Το δεύτερο πράγμα που πρόσεξα ήταν ότι το μισό βλέφαρο στο ένα μάτι ήταν κατε­ βασμένο, σαν κουρτίνα, λες και η μισή κοιμόταν του καλού καιρού. Το άλλο μισό όμως έδειχνε ξύπνιο. Ένα ζωηρό κα­ στανό μάτι που με κοίταζε κάτω από τα κοντοκουρεμένα κατακόκκινα μαλλιά. Φορούσε ένα απλό μαύρο παλτό, που δεν στένευε καθόλου στη μέση και δεν άφηνε να φανεί αν είχε καμπύλες από κάτω, μόνο ένα μαύρο ζιβάγκο ξεπρόβαλ­ λε από τη λαιμόκοψη. Γενικά, η πρώτη εντύπωση που μου έδωσε ήταν ενός μικρού αγοριού πολύ αδύνατου, που φωτο­ γραφήθηκε ασπρόμαυρα και μετά έβαψε τα μαλλιά. Ο Καρλ είχε πάντα γκελ, έτσι, για να είμαι ειλικρινής, τα έχασα λίγο. Όχι ότι δεν ήταν νόστιμη, γιατί όντως ήταν, αλλά σε καμία περίπτωση ο «κόμματος», όπως λένε εδώ. Εκείνη συνέχισε να χαμογελάει, και καθώς τα δόντια της δεν ξεχώ­ ριζαν και πολύ από το δέρμα υπέθεσα ότι και αυτά θα ήταν λευκά. Και ο Καρλ είχε πάντα λευκά δόντια, σε αντίθεση μ’ εμένα. Με δούλευε λέγοντάς μου ότι ήταν έτσι επειδή τα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=