Το βαμμένο πέπλο

32 | Γ. ΣΟΜΕΡΣΕΤ ΜΟΜ Ο υπηρέτης έφερε τα ποτά και ο Τάουνσεντ σερβιρίστη- κε. Πρόσφερε και σ’ εκείνη, η οποία όμως αρνήθηκε μ’ ένα νεύμα. «Τι θα κάνουμε έτσι και ήταν ο Γουόλτερ;» τον ρώτησε. «Μπορεί να μη δώσει σημασία». «Ο Γουόλτερ;» Ο τόνος της φωνής της έδειχνε δυσπιστία. «Μου έδινε ανέκαθεν την εντύπωση ότι είναι μάλλον συ- νεσταλμένος. Ορισμένοι άντρες δεν αντέχουν τις σκηνές, ξέρεις. Έχει αρκετή κρίση, ώστε να καταλάβει ότι δεν θα κερδίσει τίποτα αν δημιουργήσει σκάνδαλο. Το αποκλείω εντελώς να ήταν ο Γουόλτερ. Αλλά κι αν ήταν, θεωρώ ότι δεν θα κάνει κάτι. Νομίζω ότι θα αγνοήσει το ζήτημα». Εκείνη σκέφτηκε για λίγο. «Είναι τρελά ερωτευμένος μαζί μου». «Τόσο το καλύτερο λοιπόν. Θα καταφέρεις να τον τουμπά- ρεις». Την κοίταξε μ’ εκείνο το γοητευτικό χαμόγελό του, στο οποίο της ήταν αδύνατο να αντισταθεί. Εκείνο το χαμόγελο που άρχιζε στα διάφανα γαλάζια του μάτια, μεταδιδόταν αρ- γά αργά, όλο και πιο έντονο, στο καλοσχηματισμένο στόμα του με τα μικρά λευκά ίσια δόντια και ήταν τόσο αισθησιακό που έκανε την καρδιά της να λιώνει. «Δεν με πολυνοιάζει» είπε με ξαφνική ευθυμία. «Άξιζε τον κόπο». «Το λάθος ήταν δικό μου». «Πώς και ήρθες; Τα έχασα όταν σε είδα». «Μου ήταν αδύνατο να αντισταθώ». «Αγαπημένε μου!»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=