Το τραγούδι της γοργόνας

Τ Ο Τ Ρ Α Γ Ο Υ Δ Ι Τ Η Σ Γ Ο Ρ Γ Ο Ν Α Σ 19 πάτημα. Υπήρχε μια δημόσια βρύση στον δρόμο πίσω από το γωνιακό καφενείο, ενώ φυσικά υπήρχαν και τα πηγά- δια. Μπορούσα να προμηθευτώ έναν παλιό τενεκέ πετρε- λαίου. Αν δεν ήθελα να πηγαίνω μόνη μου να φέρνω νερό, υπήρχε μια πολύ καλή γυναίκα που θα ερχόταν ευχαρίστως στη δούλεψή μου. Μπορούσε να μου φέρνει το νερό, να καθαρίζει τα πατώματα, να κάνει την μπουγάδα μας, πο- λύ οικονομικά και παστρικά. Θα ήθελα να τη συναντήσω το πρωί; «Αγαπητή μου αδερφή!» μουρμούρισε αγριωπά ο Μα- νόλης. «Μη σε πιάνουν κορόιδο! Η κόρη της αδερφής μου, που πουλάει εξαιρετικά ζαρζαβατικά στο γωνιακό μανάβικο, θα σου φέρνει νερό και θα σου πλένει τα ρού- χα για πολύ λιγότερα χρήματα. Αυτή εδώ η γυναίκα προ- σπαθεί απλώς να σου πλασάρει για να προσλάβεις μια συγγενή της». «Ας το αφήσουμε για αργότερα αυτό» είπα εγώ. «Αυτό που με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή είναι το ζήτημα του νερού. Εφόσον δεν υπάρχει τρεχούμενο νερό, υποθέτω ότι δεν δουλεύει ούτε το καζανάκι». Ο Μανόλης ανασήκωσε τους ώμους του. «Άρα τι νόημα έχει να βάλουμε αλυσίδα σε ένα άδειο καζανάκι;» Η σπιτονοικοκυρά χαμογέλασε και άνοιξε διάπλατα τα χέρια της. Αυτό είχα ζητήσει. Μόνος της προορισμός ήταν να με εξυπηρετήσει και να ευχαριστήσει τα ντάρλινκς . Στο άδειο μπροστινό δωμάτιο τα κλάματα είχαν αρχίσει να καταλαγιάζουν και ανάμεσα στα αναφιλητά άκουγα τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=