Το σιντριβάνι ξεχειλίζει (Το χρονικό μιας οικογένειας)

TO Σ Ι ΝΤ Ρ Ι ΒΑΝ Ι Ξ Ε Χ Ε Ι Λ Ι Ζ Ε Ι 15 «Αχ, μην τσακωθείς τώρα με την Κορντίλια, Μαίρη!». Τότε εκείνη τη ρώτησε πειρακτικά: «Πότε να τσακωθώ;». Η Κορντίλια έκανε μια δραματική γκριμάτσα απόγνωσης, όπως κάποιος που αδυνατεί να δώσει στον κόσμο να καταλάβει το τεράστιο βάρος που κουβαλάει, κι εγώψιθύρισα στηΜαίρη: «Θα της δώσουμε μετά το μαθηματάκι της». Τότε όμως μας τράβηξαν την προσοχή τα λόγια της μαμάς. «Κατάλαβα σωστά λοιπόν ότι ταξιδεύεις αύριο για Λονδίνο και θα πας αμέσως, υποθέτω, να δεις τον κύριοΜορπούργκο;» «Όχι» αποκρίθηκε ο μπαμπάς. «Όχι, θα πάω κατευθείαν στα γραφεία στο Λάβγκροουβ». «Δεν θα δεις τον κύριο Μορπούργκο; Δεν θα τον ευχαρι­ στήσεις; Α, μα σίγουρα θα περιμένει πως θα είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνεις». «Όχι» είπε πάλι ο μπαμπάς. «Λέει ότι δεν θέλει να με δει». Καθώς το βλέμμα της μαμάς έπεσε σκληρό πάνω του, εκείνος άφησε ένα σαρκαστικό γελάκι. «Μια ζωή ήταν ένα συνεσταλ­ μένο ανθρωπάκι. Κάτι τον έχει συγχύσει προς το παρόν, και λέει ότι χαίρεται που θα του εκδίδω την εφημερίδα, αλλά το θεωρεί καλύτερο να συνεννοούμαι μονάχα με έναν από τους διευθυντές του που ασχολείται με τέτοια αμελητέα ζητήματα, άρα δεν χρειάζεται να συναντηθούμε. Ας γίνει το δικό του, αν και δεν καταλαβαίνω τι νόημα έχει». Η μαμά ίσως καταλάβαινε. «Καλά λοιπόν» συγκατένευσε, παίρνοντας μια τρεμουλιαστή ανάσα. «Πήγαινε κατευθείαν στα γραφεία στο Λάβγκροουβ, τα­ κτοποιήσου με τη δουλειά σου και ψάξε να βρεις ένα σπίτι για εμάς. Ύστεραπήγαινε στην Ιρλανδία να δεις τον θείο σου, κι εγώ θακατέβωμε ταπαιδιάκαι τα έπιπλα εγκαίρωςώστε να είναι όλα έτοιμα για να πάνε σχολείο στην αρχή της χρονιάς κι εσύ να ξε­ κινήσεις δουλειά την πρώτη Οκτωβρίου. Σωστά δεν τα λέω;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=